Χημειοθεραπεία κατά του καρκίνου.

Facebooktwitterpinterest
Ορισμός

Η χημειοθεραπεία είναι μια μορφή θεραπευτικής αγωγής κατά του καρκίνου. Η χημειοθεραπεία στηρίζεται στη χρήση φαρμάκων για την καταστροφή των καρκινικών κυττάρων. Μπορεί να συνδυασθεί με την ακτινοβολία και τις χειρουργικές επεμβάσεις. Η χημειοθεραπεία άρχισε να εφαρμόζεται από το  1950 και από τότε χρησιμοποιείται με επιτυχία σε πολλές μορφές καρκίνου του ανθρώπου και έχει αποδειχθεί εξαιρετικά επιτυχής στον καρκίνο του μαστού.

Πώς λειτουργεί

Ο κύριος στόχος της χημειοθεραπείας είναι η καταπολέμηση των καρκινικών κυττάρων. Αυτό επιτυγχάνεται με την εκλεκτική καταστροφή τους με παρέμβαση στις φυσιολογικές τους λειτουργίες.

Υπάρχουν διάφορα χημειοθεραπευτικά φάρμακα που το καθένα έχει συγκεκριμένη αποτελεσματικότητα και προσβάλλει τα καρκινικά κύτταρα σε ορισμένη φάση της ζωής τους. Τις περισσότερες φορές  απαιτείται συνδυασμός χημειοθεραπευτικών φαρμάκων για την καλύτερη αντιμετώπιση των διαφόρων μορφών και σταδίων του καρκίνου του μαστού.

Η χημειοθεραπεία μόνη της ή σε συνδυασμό με άλλες μορφές θεραπείας μπορεί να εξαφανίσει εντελώς τον καρκίνο ή μόνο να τον περιορίσει.

Η χημειοθεραπεία εκτός από το γεγονός ότι σκοτώνει τα καρκινικά κύτταρα, μπορεί να ανακουφίζει από τον πόνο που προκαλεί ο καρκίνος. Η ανακουφιστική δράση της χημειοθεραπείας όσον αφορά στην καταπολέμηση του πόνου, μπορεί συμβεί και στα προχωρημένα στάδια της νόσου, όταν ο καρκίνος δεν μπορεί να εξαλειφθεί και χρειάζεται καταπολέμηση  μόνον του πόνου. Προσφέρει έτσι σημαντική βελτίωση της ποιότητας ζωής της ασθενούς.

Πώς χορηγείται

Η χημειοθεραπεία συνήθως χορηγείται από το στόμα με την μορφή χαπιών ή διαλυμάτων ή υποδόρια, αλλά ο κύριος τρόπος χορήγησης είναι ενδοφλεβίως, είτε με γρήγορη χορήγηση είτε με συνεχή έγχυση. Η συχνότητα χορήγησης μπορεί να είναι κάθε ημέρα ή κάθε εβδομάδα ή κάθε τρεις εβδομάδες, ανάλογα με το πρόγραμμα χημειοθεραπείας που έχει επιλεγεί.

Ένα πρόγραμμα χημειοθεραπείας μπορεί να περιλαμβάνει την χορήγηση των διαφόρων φαρμάκων από μόνα τους ή την χορήγηση συνδυασμών από δύο, τρία ή περισσότερα φάρμακα. Έτσι έχουμε την μονοθεραπεία ή την συνδυασμένη πολυχημειοθεραπεία.

Η χημειοθεραπεία μπορεί να χορηγηθεί σε νοσοκομείο, σε κλινική, στο ιατρείο ή στο σπίτι του ασθενούς. Συχνά υπάρχουν περίοδοι διακοπής για ανάκαμψη του οργανισμού μεταξύ των χορηγήσεων των φαρμάκων.

Πότε χορηγείται

Η χημειοθεραπεία  χορηγείται σε διάφορες φάσεις της διαδρομής μιας κακοήθους νόσου. Ανάλογα με την χρονική στιγμή και την σχέση της με τις άλλες αντινεοπλασματικές θεραπείες, αποκαλείται προεγχειρητική όταν έχει στόχο την καταστροφή των καρκινικών κυττάρων προτού αυτά μετακινηθούν και προκαλέσουν μετάσταση του καρκίνου, αλλά κυρίως την σμίκρυνση του όγκου ώστε να γίνει εφικτή μια συντηρητική χειρουργική επέμβαση με ικανοποιητικό αισθητικό αποτέλεσμα. Όταν η θεραπεία χορηγείται μετά την χειρουργική επέμβαση αποκαλείται επικουρική και σκοπό έχει την καταστροφή των καρκινικών κυττάρων που πιθανώς να διέφυγαν κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης με αποτέλεσμα την ελάττωση του κινδύνου επανεμφάνισης του όγκου. Όταν η θεραπεία χορηγείται εκ νέου γιατί η νόσος επανεμφανίστηκε, τότε ανάλογα με την σειρά χορήγησης χαρακτηρίζεται ως 1ης, 2ης ή 3ης γραμμής, ενώ όταν δίδεται για την καταπολέμηση των συμπτωμάτων καλείται ανακουφιστική ή παρηγορική.

Τα είδη των φαρμάκων

Τα φάρμακα της χημειοθεραπείας για τον καρκίνο του μαστού μπορούν να χωριστούν σε διάφορες κατηγορίες, ανάλογα με τον τρόπο δράσης τους ή την προέλευσή τους και τη χημική δομή τους. Η γνώση του τρόπου δράσης των χημειοθεραπευτικών φαρμάκων είναι σημαντική για τον καθορισμό των πιθανών παρενεργειών.

Παρενέργειες

Η χημειοθεραπεία εκτός από την επιθυμητή της δράση έχει και ανεπιθύμητες ενέργειες. Αυτές διακρίνονται σε άμεσες, που συμβαίνουν αμέσως μετά την χορήγηση της θεραπείας, όψιμες, που συμβαίνουν μετά τις έξι πρώτες εβδομάδες από τη χορήγηση των φαρμάκων και απώτερες, όταν εμφανίζονται μήνες ή και χρόνια μετά τη χορήγηση των χημειοθεραπευτικών παραγόντων. Η γνώση των παρενεργειών καθιστά τον ασθενή αλλά και το οικογενειακό του περιβάλλον ικανό να αντιμετωπίσει αυτές τις δυσάρεστες και μερικές φορές επικίνδυνες καταστάσεις ή ακόμα και να  βελτιώσει τις συνθήκες θεραπείας του, πάντοτε με τη συνεργασία του θεράποντος ιατρού.

Οι συνηθέστερες άμεσες ανεπιθύμητες ενέργειες (παρενέργειες) της χημειοθεραπείας είναι:

  • ναυτία και έμετος
  • καταβολή και αδυναμία
  • αλωπεκία (τριχόπτωση από τα μαλλιά της κεφαλής)
  • στοματίτιδα, γαστρίτιδα, κολίτιδα
  • δερματικά εξανθήματα
  • αλλεργικές αντιδράσεις
  • λευκοπενία και πυρετός
  • αναιμία
  • θρομβοπενία και αιματώματα

Πιο αναλυτικά, η ναυτία και ο έμετος από χημειοθεραπεία ήταν από τις πλέον δυσάρεστες ανεπιθύμητες ενέργειες τα προηγούμενα χρόνια. Όχι πλέον. Τα τελευταία χρόνια είναι διαθέσιμα αρκετά φάρμακα που αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά αυτές τις παρενέργειες, ελαχιστοποιώντας τις πρακτικά.

Η απώλεια των μαλλιών (τριχόπτωση), αν και είναι «μη σημαντική» από ιατρικής πλευράς, αποτελεί μία από τις χειρότερες παρενέργειες για την ασθενή. Για τις περισσότερες ασθενείς, συνδέονται με την εικόνα του σωματικού τους εγώ κι η απώλεια τους αποτελεί σημαντική αλλοίωση αυτής της εικόνας. Δεν προκαλούν όλα τα χημειοθεραπευτικά φάρμακα τριχόπτωση, και το πλέον σημαντικό  είναι πως τα μαλλιά σχεδόν πάντοτε ξαναβγαίνουν, μετά την ολοκλήρωση της χημειοθεραπείας. Η τριχόπτωση συνήθως αρχίζει μέσα σε δύο με τρεις εβδομάδες από την έναρξη της θεραπείας και κορυφώνεται μέσα σε 1-2 μήνες. Η επανεμφάνιση των μαλλιών μπορεί να αρχίσει και πριν το τέλος της χημειοθεραπείας. Για την αλωπεκία (τριχόπτωση) δεν υπάρχουν φάρμακα που να την αποτρέπουν. Υπάρχουν λίγες θεραπευτικές επιλογές με φάρμακα που δεν προκαλούν αλωπεκία. Το σύστημα ψύξης του τριχωτού της κεφαλής προσφέρει κάποια προστασία από την αλωπεκία σε ορισμένες ασθενείς.

Οι αλλεργικές αντιδράσεις δεν μπορούν να προβλεφθούν. Για ορισμένα φάρμακα όμως στα οποία συμβαίνουν συχνά, χορηγείται προφυλακτική αγωγή αρκετά αποτελεσματικά.

Μία από τις πλέον σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες είναι η μυελοτοξικότητα. Αυτή εκδηλώνεται ως αδυναμία παραγωγής λευκών αιμοσφαιρίων και κυρίως ουδετεροφίλων. Τα λευκά αιμοσφαίρια προστατεύουν τον οργανισμό μας από μολύνσεις. Λόγω της μείωσης του αριθμού τους εξαιτίας της χημειοθεραπείας, η άμυνα του οργανισμού του ασθενή είναι χαμηλή.  Η κατάσταση αυτή μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την ασθενή γιατί την καθιστά ευάλωτη στις μικροβιακές λοιμώξεις. Για το λόγο αυτό συχνά ζητείται από την ασθενή να φροντίζει να παραμένει σε σχετική απομόνωση να καταναλώνει μόνο μαγειρεμένα τρόφιμα και να φροντίζει να τηρεί αυστηρά τις συνθήκες υγιεινής. Ο πυρετός είναι μια συχνή εκδήλωση αυτής της κατάστασης η οποία όταν συμβεί χρειάζεται άμεση αντιμετώπιση.

Άλλη εκδήλωση της μυελοτοξικότητας είναι η αναιμία. Τα ερυθρά αιμοσφαίρια μεταφέρουν οξυγόνο από τους πνεύμονες σε όλο το υπόλοιπο σώμα, προσφέροντας την απαραίτητη ενέργεια για τη λειτουργία του. Κατά τη διάρκεια της χημειοθεραπείας μπορεί να παρατηρηθεί μείωση στην παραγωγή ερυθρών αιμοσφαιρίων, με αποτέλεσμα την εμφάνιση αναιμίας η οποία μπορεί να εκδηλωθεί με ωχρότητα στο δέρμα, δύσπνοια, καταβολή, αδυναμία, κακουχία, δυσανεξία στο ψύχος.

Αποτέλεσμα της μυελοτοξικότητας είναι και η θρομβοπενία. Τα αιμοπετάλια συμβάλλουν στην διακοπή της αιμορραγίας σε περίπτωση τραυματισμού. Η χημειοθεραπεία επιδρά και στα δικά τους επίπεδα, με αποτέλεσμα την εμφάνιση εκχυμώσεων (μελανιές) στο δέρμα και αιμορραγική διάθεση. Η δυσάρεστη αυτή κατάσταση συμβαίνει όταν έχουν ελαττωθεί σημαντικά τα αιμοπετάλια στο αίμα της ασθενούς. Η ασθενής πρέπει να προφυλάσσεται από διάφορα κοψίματα και μικροκακώσεις και να χρησιμοποιεί ειδική οδοντόβουρτσας για την αποφυγή τραυματισμών στα ούλα. Εάν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα μπορεί να αποβεί απειλητική για την ζωή.

Ο κατάλογος όμως δεν σταματά εδώ. Υπάρχει πιθανότητα να εντοπιστούν ανεπιθύμητες επιδράσεις και σε άλλα όργανα του σώματος. Είναι πολύ σημαντικό να αναφέρονται στο θεράποντα γιατρό όλα τα σχετικά συμπτώματα για να αντιμετωπισθούν έγκαιρα, αλλά και να γίνουν οι απαραίτητες τροποποιήσεις στην θεραπευτική αγωγή (αλλαγή φαρμάκων, δοσολογικού σχήματος, τρόπου χορήγησης).

Κατά κανόνα οι περισσότερες ανεπιθύμητες ενέργειες παρέρχονται μετά το πέρας της θεραπείας, υπάρχει πιθανότητα όμως να εμφανισθούν οι όψιμες ή και οι απώτερες ακόμα δε και οι μόνιμες.

Ορισμένα από τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται στον καρκίνο του μαστού μπορεί να προκαλέσουν αμηνόρροια, η οποία, σε ορισμένες περιπτώσεις ανάλογα με την ηλικία της ασθενούς, μπορεί να είναι μη αναστρέψιμη. Αν η ασθενής επιθυμεί να τεκνοποιήσει μετά την χημειοθεραπεία εάν συντρέχουν ορισμένες προϋποθέσεις και με την σύμφωνη γνώμη του θεράποντος πρέπει να προβεί σε συγκεκριμένες ενέργειες όπως να διαφυλαχθούν ωάρια ή και έμβρυα για σκοπούς μεταγενέστερης τεχνητής γονιμοποίησης.

Η χημειοθεραπεία μπορεί να επηρεάσει τη σεξουαλικότητα, η οποία όμως επανέρχεται όταν διακόπτεται η θεραπεία. Είναι απαραίτητο να λαμβάνονται μέτρα προφύλαξης έναντι ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης. Η χημειοθεραπεία δεν αποτελεί επαρκές μέσον αντισύλληψης.

Επίσης, τα περισσότερα αντικαρκινικά φάρμακα επιδρούν βλαπτικά στο έμβρυο αν η ασθενής που τα λαμβάνει είναι έγκυος κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Η λήψη μέτρων προφύλαξης κατά της σύλληψης είναι σημαντική για να διασφαλιστεί η υγεία του εμβρύου.

Αντιμετώπιση των παρενεργειών

Το κάθε φάρμακο έχει τις δικές του ανεπιθύμητες ενέργειες. Αυτές μπορεί να είναι λιγότερο ή περισσότερο σοβαρές ανάλογα και με τη γενική κατάσταση της ασθενούς. Είναι πολύ σημαντικό η λεπτομερής  ενημέρωση των ασθενών από τον θεράποντα ιατρό τους για τις παρενέργειες που μπορεί να παρουσιασθούν. Η ενημέρωση πρέπει να γίνεται πριν από την έναρξη της χημειοθεραπείας και ο ιατρός οφείλει να είναι σίγουρος ότι έγινε αντιληπτή.

Οι παρενέργειες εξαρτώνται από το είδος και τη δόση του φαρμάκου που χορηγείται. Υπάρχουν μέτρα τα οποία μπορεί να λάβει ο ασθενής για να αποφύγει ή να μετριάσει την ισχύ των παρενεργειών της χημειοθεραπείας. Είναι πολύ σημαντικό να τονισθεί ότι η υποστηρικτική αγωγή έκανε άλματα κι έτσι υπάρχουν τα κατάλληλα υποστηρικτικά φάρμακα για τις περισσότερες και πλέον επικίνδυνες ανεπιθύμητες ενέργειες όπως είναι ο πόνος, η ναυτία, ο εμετός κι η μυελοτοξικότητα.

Ο κάθε ασθενής, μέσω ειλικρινούς κι ανοιχτής συζήτησης με τον ιατρό που τον φροντίζει και την οικογένειά του, οφείλει να αποφασίσει πόσες και ποιες προσαρμογές θα κάνει στις διατροφικές του συνήθειες, στην κοινωνική του ζωή, στις ώρες εργασίας και στην βαρύτητά της, στην ένδυσή του, ακόμα και στον τρόπο διασκέδασής του και ποιες είναι οι επιδράσεις της χημειοθεραπείας στα παραπάνω. Επίσης, είναι σημαντικό να ενημερώνουν το γιατρό τους για άλλα φάρμακα που λαμβάνουν διότι πιθανόν να υπάρχουν αλληλεπιδράσεις μεταξύ χημειοθεραπείας κι ορισμένων άλλων φαρμάκων όπως ασπιρίνη, αντιβηχικά ή υπνωτικά φάρμακα.

Οι ιατροί είναι άριστα ενημερωμένοι για την πιθανή εμφάνιση των ανεπιθύμητων ενεργειών και του καλύτερου τρόπου αντιμετώπισής τους. Η στενή παρακολούθηση της ασθενούς που λαμβάνει χημειοθεραπεία ή η εισαγωγή της στο νοσοκομείο, επιτρέπουν την έγκαιρη αντιμετώπιση των επιπλοκών. Οι γιατροί χρησιμοποιούν διάφορες μεθόδους και εξετάσεις για να αξιολογούν την εξέλιξη και ανταπόκριση της νόσου στη θεραπεία όπως επίσης και την ανοχή της ασθενούς στη χημειοθεραπεία.

Η ασθενής που λαμβάνει χημειοθεραπεία πρέπει να ενημερώνει το γιατρό της εάν παρουσιάζει πυρετό, ρίγος, εξάνθημα, πρήξιμο των χεριών, ποδιών ή μέρους του προσώπου τους, εμετούς, διάρροια, αίμα στα ούρα ή στα κόπρανα, αιμορραγία ή μώλωπες, δυσκολίες στην αναπνοή, έντονο πονοκέφαλο και ανεξήγητο πόνο που είναι έντονος και διαρκεί. Επίσης εάν δημιουργηθεί πόνος, κοκκίνισμα, πρήξιμο στο σημείο που έχει χορηγηθεί ενδοφλέβια η χημειοθεραπεία, πρέπει να ενημερώνεται ο γιατρός. Υπάρχουν τοπικές ή γενικές θεραπείες που μπορούν να βοηθούν. Επίσης μπορούν να ληφθούν μέτρα για την ελαχιστοποίηση πιθανοτήτων πρόκλησης ξανά του ιδίου προβλήματος.

Καρκίνος του μαστού και εγκυμοσύνη

Τα χημειοθεραπευτικά φάρμακα όταν χρησιμοποιηθούν στην αρχή της εγκυμοσύνης, έχουν τον κίνδυνο να προκαλέσουν συγγενείς ανωμαλίες. Γι’ αυτό εάν μια γυναίκα είναι ή πιθανόν να είναι έγκυος, πρέπει να ενημερώνει το γιατρό της. Μετά το 1ο τρίμηνο της κύησης ορισμένα αντικαρκινικά φάρμακα μπορούν να χορηγηθούν με ασφάλεια τόσο για το έμβρυο όσο και για την ασθενή. Για τις γυναίκες που έχουν ήδη νοσήσει από καρκίνο του μαστού και επιθυμούν να κυοφορήσουν δεν υπάρχουν μείζονες αντενδείξεις. Πρέπει όμως να προηγείται εξαντλητική συζήτηση με τον θεράποντα ιατρό τους. Η αμηνόρροια μετά από χημειοθεραπεία δεν αποτελεί αξιόπιστη μέθοδο αντισύλληψης και οι γυναίκες με καρκίνο του μαστού πρέπει να το έχουν πάντοτε υπόψη τους.

Χημειοθεραπεία και οικογένεια

Το οικογενειακό και φιλικό περιβάλλον της ασθενούς οφείλει να της συμπαρασταθεί συναισθηματικά και να την στηρίξει ψυχολογικά κατά τη διάρκεια της χημειοθεραπείας. Παράλληλα πρέπει να ληφθεί μέριμνα για θέματα  πρακτικής φύσης και καθημερινότητας που μπορεί να πάρει κάποιος για να ενισχύσει τον ασθενή στην προσπάθειά του και τα οποία καθόλου δεν υπολείπονται σε σημασία από τα ψυχολογικά. Φυσικά είναι σημαντικό η ίδια η ασθενής να ενημερώνει γι’ αυτά τους ανθρώπους στο περιβάλλον της, απαλλάσσοντάς τους έτσι από την αμηχανία και παρέχοντάς τους τη δυνατότητα να συμβάλλουν δημιουργικά στην επίπονη προσπάθεια της.

Παραδείγματα ενεργούς συμμετοχής είναι η παρασκευή γευμάτων ανάλογα με την όρεξη και τις δυνατότητες της ασθενούς, ροφημάτων στα ενδιάμεσα διαστήματα ή ακόμα και η ολοκλήρωση εργασιών που η ασθενής προσωρινά δεν μπορεί να επιτελέσει.

Είναι πολύ σημαντικό η ασθενής να μην αποκλείσει την οικογένεια και τους φίλους της από τη δοκιμασία της. Αντίθετα, οφείλει να εκφράζει συχνά την αγάπη και την εκτίμησή της προς αυτούς και την σημασία της συμμετοχής τους. Αυτό θα τους παρέχει κίνητρο και θα τους προφυλάσσει από την κόπωση των φροντιστών.

http://avgi-breastcancer.gr

 

Facebooktwitterpinterest

Στείλτε τις απορίες σας

Στείλτε τις απορίες σας στο Γιατρό - Συγγραφέα του παραπάνω άρθρου
  • This field is for validation purposes and should be left unchanged.