FNA

Facebooktwitterpinterest

H οζώδης νόσος του θυρεοειδούς είναι από τις πιο συχνές θυρεοειδοπάθειες.Πρόκειται για ανάπτυξη ογκιδίων (όζων) μέσα στον αδένα,τα οποία δημιουργούνται από τον ίδιο οργανισμό για άγνωστους λόγους.
Η διάγνωση των όζων γίνεται είτε με την ψηλάφηση του αδένα από το γιατρό ,είτε με το υπερηχογράφημα .
Η παρακέντηση θυρεοειδή με λεπτή βελόνη είναι μια διαγνωστική εξέταση ,η οποία χρησιμοποιείται για να διαχωρίσει τους όζους του θυρεοειδή σε καλοήθεις ή κακοήθεις.
Γίνεται με δύο τρόπους: απ΄ευθείας με ψηλάφηση του τραχήλου και παρακέντηση του όζου ή με υπερηχογραφική κατεύθυνση. Στη δεύτερη περίπτωση ο γιατρός εντοπίζει με το υπερηχογράφημα τον όζο και κατευθύνει την βελόνη του σ΄αυτόν.
Ο πρώτος τρόπος χρησιμοποιείται σε μεγάλους όζους που είναι εύκολα ψηλαφητοί, ενώ ο δεύτερος , σε μικρότερους ή σε όζους που βρίσκονται σε οπίσθια θέση.
Η βελόνη που χρησιμοποιείται στην παρακέντηση είναι λεπτή (πιο λεπτή από τη βελόνη που παίρνουμε αίμα) κι έτσι ο πόνος από το τσίμπημα είναι μικρός. Μερικές φορές απαιτούνται περισσότερα από ένα τσιμπήματα (όταν ο όζος είναι μεγάλος ή υπάρχουν περισσότεροι όζοι).
Δεν απαιτείται τοπική αναισθησία για να γίνει η παρακέντηση.
Με την παρακέντηση αναροφώνται κύτταρα από τον όζο ή τους όζους , τα οποία υφίστανται ειδική επεξεργασία και εξετάζονται στο μικροσκόπιο από γιατρό Κυτταρολόγο, ο οποίος συντάσσει μια έκθεση όπου περιγράφονται τα χαρακτηριστικά των κυττάρων.
Η κυτταρολογική εξέταση έχει ιδιαίτερη αξία γιατί μπορεί , σε ποσοστο 95% , να απαντήσει στο ερώτημα αν ένας όζος του θυρεοειδούς είναι καλοήθης ή κακοήθης.
Στην περίπτωση της υποψίας κακοήθειας ο ασθενής χειρουργείται και αφαιρείται ο θυρεοειδής.
Στις περιπτώσεις της καλοήθειας ( που είναι και οι περισσότερες) o ασθενής παίρνει θεραπευτική αγωγή ή παρακολουθείται.
Ανεπιθύμητες ενέργειες στην παρακέντηση είναι σπάνιες.
Η πιο συνηθισμένη είναι η δημιουργεία αιματώματος , (λόγω του ότι ο θυρεοειδής είναι αδένας με πλούσια αιμάτωση ) το οποίο απορροφάται αυτόματα σε λίγες ημέρες.
Αν υπάρχει πόνος στην περιοχή του λαιμού μετά την παρακέντηση , ανακουφίζεται με κοινά αναλγητικά ( παρακεταμόλη ) ,και δεν διαρκεί περισσότερο από 1-2 ημέρες.
Γενικά , πρόκειται για μια ιατρική διαγνωστική πράξη η οποία προσφέρει πολλές πληροφορίες στον Ενδοκρινολόγο και τον βοηθάει στην απόφαση για τη θεραπεια που είναι ενδεδειγμένη για τον ασθενή, ενώ για τον ασθενή είναι ασφαλής, δεν είναι ιδιαίτερα επώδυνη , και οι παρενέργειες της είναι σπάνιες.

Facebooktwitterpinterest

Στείλτε τις απορίες σας

Στείλτε τις απορίες σας στο Γιατρό - Συγγραφέα του παραπάνω άρθρου
  • This field is for validation purposes and should be left unchanged.