Τα μυστικά της πρώιμης διάγνωσης του διαβήτη

Facebooktwitterpinterest

Ο σακχαρώδης διαβήτης αποτελεί μια αρκετά συχνή νόσο που αυξάνεται με γρήγορους ρυθμούς. Είναι ένα νόσημα που χαρακτηρίζεται από αυξημένα επίπεδα γλυκόζης (σακχάρου) στο αίμα, αλλά και αρκετές διαταραχές στον φυσιολογικό μεταβολισμό που έχουν ως αιτία την ανεπαρκή δράση της ινσουλίνης.

Στα αρχικά στάδια της νόσου δεν υπάρχουν συμπτώματα, γεγονός που καθιστά τη διάγνωση δύσκολη και δυνατή μόνο μέσα από τη διαδικασία προληπτικού ελέγχου.

Τα συμπτώματα εμφανίζονται αργότερα, όταν τα επίπεδα της γλυκόζης υπερβούν τα 200 mg% οπότε και εμφανίζεται απώλεια γλυκόζης στα ούρα οδηγώντας σε πολυουρία, ξηροστομία και πολυδιψία. Παράλληλα εμφανίζονται και γενικά συμπτώματα όπως εύκολη κόπωση κ.λπ.

Η ύπαρξη αυξημένων τιμών σακχάρου σχετίζεται με τη δημιουργία βλαβών στα μικρά και τα μεγάλα αγγεία του σώματος που μακροπρόθεσμα οδηγούν σε επιπλοκές (λ.χ. καρδιακά επεισόδια, αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια, περιφερική αγγειοπάθεια, βλάβη των νεφρών, προσβολή των αγγείων στα μάτια που οδηγεί σε μείωση της όρασης ακόμα και σε τύφλωση κ.λπ.).

Συχνά, όταν γίνεται η διάγνωση της νόσου, ο ασθενής παρουσιάζει ήδη εγκατεστημένες επιπλοκές, γεγονός που υποδηλώνει ότι έχει γίνει καθυστερημένη διάγνωση (από μελέτες φαίνεται ότι το χρονικό διάστημα από την άνοδο του σακχάρου στο αίμα μέχρι τη στιγμή της διάγνωσης φτάνει έως τα 6 χρόνια). Γι’ αυτόν τον λόγο η έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση της νόσου είναι πολύ σημαντική.

Διάγνωση

Ο τακτικός έλεγχος για τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα βοηθά στην έγκαιρη διάγνωση της νόσου. Η πρόληψη όμως αφορά την υιοθέτηση αλλαγών στον τρόπο ζωής που μειώνουν τον κίνδυνο εμφάνισης σε ομάδες υψηλού κινδύνου (όπως είναι οι παχύσαρκοι και τα άτομα με οικογενειακό ιστορικό διαβήτη).

Η απώλεια σωματικού βάρους με σωστή διατροφή και η σωματική δραστηριότητα (30 λεπτά άσκηση ημερησίως) αποτελούν τον μοναδικό τρόπο πρόληψης και αναχαίτισης της επιδημίας του διαβήτη που χαρακτηρίζει τον αιώνα μας.

Η διάγνωση του σακχαρώδους διαβήτη γίνεται με τρεις τρόπους.

1. Η μέτρηση του σακχάρου στο αίμα το πρωί, έπειτα από 8 ώρες χωρίς φαγητό, αποτελεί τον πιο εύκολο και συχνά χρησιμοποιούμενο τρόπο. Αν τα επίπεδα γλυκόζης (σακχάρου) είναι πάνω από 126 mg%, το άτομο χαρακτηρίζεται διαβητικό. Ωστόσο, αυτό πάντοτε πρέπει να επιβεβαιώνεται με δεύτερη μέτρηση. Οι τιμές του σακχάρου από 100 έως 126 mg% δεν είναι διαγνωστικές αλλά ούτε φυσιολογικές. Τα άτομα αυτά λέμε ότι έχουν «διαταραγμένη γλυκόζη νηστείας» και θεωρείται ότι πάσχουν από προδιαβήτη, συνεπώς χρειάζονται άμεση εντατικοποίηση της προσπάθειας αλλαγής του τρόπου ζωής και πιο συχνή παρακολούθηση.

2. Η φόρτιση με γλυκόζη αποτελεί τον δεύτερο τρόπο διάγνωσης του διαβήτη. Το εξεταζόμενο άτομο πίνει 75 γραμμάρια γλυκόζης διαλυμένα σε επαρκή ποσότητα νερού και εξετάζεται 2 ώρες αργότερα. Αν τα επίπεδα της γλυκόζης είναι πάνω από 200 mg% έχει σακχαρώδη διαβήτη. Και πάλι, όμως, χρειάζεται επιβεβαίωση με δεύτερη εξέταση. Αν η τιμή στις 2 ώρες μετά τη λήψη γλυκόζης είναι από 140 έως 200 mg% χαρακτηρίζεται άτομο με διαταραγμένη ανοχή στη γλυκόζη και ανήκει στην ομάδα των ανθρώπων με προδιαβήτη.

3. Εδώ και λίγους μήνες έχει προταθεί από επιστήμονες της Αμερικανικής Διαβητολογικής Εταιρείας (ADA) η διάγνωση της νόσου με τη μέτρηση της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (HbA1c). Η ουσία αυτή αποτελεί δείκτη των μέσων επιπέδων του σακχάρου τους τελευταίους 2 με 2½ μήνες. Η εύρεση τιμής πάνω από 6,5% θέτει τη διάγνωση της νόσου.

Σημειώνεται ότι η διάγνωση δεν μπορεί να γίνει με τους μετρητές αυτοελέγχου σακχάρου που χρησιμοποιούν όσοι γνωρίζουν ότι έχουν διαβήτη.

Ποιοι πρέπει να ελέγχονται

Πότε ελέγχουμε τα επίπεδα σακχάρου σε έναν ενήλικο χωρίς συμπτώματα; Όταν είναι υπέρβαρος ή παχύσαρκος και έχει τουλάχιστον ένα ακόμα χαρακτηριστικό από αυτά που ακολουθούν:

1. Σωματική αδράνεια.

2. Οικογενειακό ιστορικό (1ου βαθμού συγγενής με διαβήτη).

3. Αυξημένα επίπεδα πίεσης (πάνω από 140/90mmHg).

4. Μειωμένα επίπεδα HDL χοληστερόλης (κάτω από 35 mg%) ή αυξημένα επίπεδα τριγλυκεριδίων (πάνω από 250 mg%).

5. Ιστορικό διαβήτη κυήσεως (σε γυναίκες).

6. Ιστορικό καρδιαγγειακής νόσου.

7. Ιστορικό πολυκυστικών ωοθηκών (στις γυναίκες).

8. Ιστορικό γέννας παιδιού με βάρος γέννησης πάνω από 4,5 κιλά (στις γυναίκες).

9. Ιστορικό προδιαβήτη σε προηγούμενη εξέταση.

Τα άτομα αυτά πρέπει να ελέγχονται μία φορά τον χρόνο. Αντιθέτως, άνθρωποι με φυσιολογικό βάρος χωρίς κανένα από τα άλλα χαρακτηριστικά που προαναφέρθηκαν πρέπει να ελεγχθούν στα 45 τους και αν οι τιμές είναι φυσιολογικές έπειτα από 3 χρόνια.

Παιδιά και έφηβοι

Στα παιδιά και τους εφήβους εμφανίζεται δυστυχώς ο διαβήτης τύπου 2 με αυξανόμενο ρυθμό τα τελευταία χρόνια. Σε παιδιά και εφήβους δίχως συμπτώματα (ασυμπτωματικά) ελέγχουμε το σάκχαρο αίματος τουλάχιστον κάθε 3 χρόνια όταν το παιδί ή ο έφηβος είναι υπέρβαρος και παράλληλα διαθέτει δύο ακόμα από τα χαρακτηριστικά που ακολουθούν:

1. Οικογενειακό ιστορικό (1ου βαθμού συγγενής με διαβήτη).

2. Σημεία ύπαρξης αντίστασης στην ινσουλίνη (υπέρταση, πολυκυστικές ωοθήκες, δυσλιπιδαιμία, μελανίζουσα ακάνθωση ή μικρό βάρος γέννησης).

3. Ιστορικό διαβήτη κύησης της μητέρας.

Η έναρξη του ελέγχου γίνεται σε ηλικία 10 ετών ή στην ηλικία έναρξης της εφηβείας και επαναλαμβάνεται κάθε 3 χρόνια.

Πηγή: Τα Νέα Δημοσίευση: 21-12-2009

Facebooktwitterpinterest

Στείλτε τις απορίες σας

Στείλτε τις απορίες σας στο Γιατρό - Συγγραφέα του παραπάνω άρθρου
  • This field is for validation purposes and should be left unchanged.