Τι είναι ο HIV;

Facebooktwitterpinterest

HIV (human immunodeficiency virus- ιός ανοσοανεπάρκειας του ανθρώπου) καλείται ο ιός που προκαλεί το σύνδρομο επίκτητης ανοσοανεπάρκειας (acquired immunodeficiency syndrome, AIDS). Ο HIV σκοτώνει ή προκαλεί ζημιά στα κύτταρα του ανοσιακού συστήματος του οργανισμού σου, με συνέπεια να καταστρέφει προοδευτικά την ικανότητα του οργανισμού σου να καταπολεμά-να αντιμετωπίζει λοιμώξεις και ορισμένους τύπος καρκίνων. Άτομα που έχουν διαγνωστεί με AIDS μπορεί να κινδυνεύουν από νοσήματα που απειλούν τη ζωή και ονομάζονται ευκαιριακές λοιμώξεις, που προκαλούνται από μικρόβια, όπως ιούς, βακτήρια ή  μύκητες. Οι λοιμώξεις αυτές, δεν προκαλούν νόσο στα υγιή άτομα. Επίσης, τα άτομα με HIV/AIDS παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης ορισμένων τύπων καρκίνων, νευρολογικών και άλλων διαταραχών.
Στις ΗΠΑ, έχουν αναφερθεί περισσότερες από 980,000 περιπτώσεις AIDS  στα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (Centers for Disease Control and Prevention, CDC), στο διάστημα μεταξύ 1981 (που καταγράφηκε η πρώτη περίπτωση) και 2006. Το CDC εκτιμά ότι περισσότερα από ένα εκατομμύριο άτομα μπορεί να έχουν μολυνθεί από τον HIV στην Αμερική και τα 250,000 από τα άτομα αυτά μπορεί να μη ξέρουν ότι έχουν μολυνθεί με συνέπεια-αποτέλεσμα να μπορούν να μεταδώσουν τον ιό και σε άλλους.

Πότε αναπτύσσεται το AIDS?
Ο όρος AIDS αναφέρεται στα  πιο προχωρημένα στάδια της HIV λοίμωξης. Σύμφωνα με το CDC, το AIDS διαγιγνώσκεται όταν ο αριθμός των CD4 T-κυττάρων σου πέσει κάτω από 200 ή όταν έχεις HIV και ένα νόσημα που συσχετίζεται με AIDS, όπως είναι η φυματίωση ή η πνευμονία που προκαλείται από το μικροοργανισμό Pneumocystisjirovecii (carinii). Στα άτομα με AIDS, οι ευκαιριακές λοιμώξεις είναι συχνά σοβαρές και σε ορισιμένες περιπτώσεις θανατηφόρες διότι το ανοσιακό σύστημα έχει καταστραφεί από τον HIV σε τέτοιο βαθμό που ο οργανισμός δεν μπορεί να καταπολεμήσει ορισιμένα βακτήρια, ιούς, μύκητες και παράσιτα.
Οι ευκαιριακές λοιμώξεις συχνά εμφανίζουν τα εξής συμπτώματα στους ασθενείς με AIDS:

  • Βήχα και δυσκολία στην αναπνοή
  • Σπασμούς και απώλεια συντονισμού
  • Δυσκολία ή πόνο στην κατάποση
  • Νοητικές διαταραχές όπως σύγχυση και απώλεια μνήμης
  • Σοβαρή και επίμονη διάρροια
  • Πυρετό
  • Απώλεια όρασης
  • Ναυτία, κοιλιακές κράμπες και εμετούς
  • Απώλεια βάρους και μεγάλη κόπωση
  • Σοβαρούς πονοκεφάλους
  • Κώμα

Πως μεταδίδεται ο HIV;
Ο HIV μεταδίδεται συχνότερα με τούς εξής τρόπους:

  • Με σεξουαλική επαφή με μολυσμένο σύντροφο. Ο ιός μπορεί να εισέλθει στον οργανισμό μέσω του βλεννογόνου του κόλπου, αιδοίου, πέους, πρωκτού, ή του στόματος κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής.
  • Μέσω επαφής με μολυσμένο αίμα. Πριν τον έλεγχο του αίματος για HIV λοίμωξη και πριν την εισαγωγή τεχνικών με θέρμανση για την καταστροφή του HIV στα παράγωγα αίματος, όπως ο παράγοντας 8 και η αλβουμίνη, ο HIV μεταδιδόταν μέσω μετάγγισης μολυσμένου αίματος ή συστατικών αίματος. Σήμερα, λόγω του ελέγχου του αίματος και της επεξεργασίας με θέρμανση των παραγώγων αίματος, ο κίνδυνος μόλυνσης με HIV από αυτού του είδους μετάγγιση είναι εξαιρετικά μικρός.
  • Με τη χρήση χρησιμοποιημένων βελονών ή συριγγών (όπως στην ενδοφλέβια  έγχυση ναρκωτικού), που μπορεί να είναι μολυσμένες με πολύ μικρές ποσότητες αίματος από κάποιο άτομο μολυσμένο με τον ιό. Ωστόσο, είναι σπάνιο για έναν ασθενή να μεταδώσει τον HIV σε εργαζόμενο στο χώρο της υγείας ή αντίστροφα λόγω ατυχήματος με μολυσμένες βελόνες ή άλλα ιατρικά όργανα.
  • Κατά τη διάρκεια κύησης ή γέννησης. Περίπου το ένα τέταρτο προς ένα τρίτο όλων των μολυσμένων με ΗΙV εγκύων και δεν έχουν λάβει θεραπεία, θα μεταδώσουν στα βρέφη τους τον ιό. Επίσης, ο HIV μπορεί να μεταδοθεί στα βρέφη και μέσω του θηλασμού από μητέρες μολυσμένες με τον ιό. Αν η μητέρα, κατά τη διάρκεια της κύησης, υποβληθεί σε θεραπεία με AZT, μπορεί να μειώσει σημαντικά τις πιθανότητες να μολυνθεί το βρέφος της με τον HIV. Αν οι ιατροί χορηγήσουν στη μητέρα AZT και το βρέφος γεννηθεί με καισαρική τομή, οι πιθανότητες μόλυνσης του βρέφους μιεώνονται σε ποσοστό ένα τοις εκατό.
  • Ένα σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα όπως η σύφιλη, ο έρπης των γενετικών οργάνων, τα χλαμύδια, η γονόρροια, ή η βακτηριακή κολπίτιδα, φαίνεται ότι αυξάνει τον κίνδυνο μόλυνσης μέσω σεξουαλικής επαφής με μολυσμένους συντρόφους.

Εξετάσεις

Εργαστηριακές Εξετάσεις

Η εξέταση που σχετίζεται με τον HIV/AIDS περιλαμβάνει είτε μέτρηση της απόκρισης του μολυσμένου ατόμου κατά του HIV  (αντισώματα) είτε μέτρηση και εκτίμηση του ίδιου του ιού. Οι περισσότερες εξετάσεις εφαρμόζονται χρησιμοποιώντας το αίμα του ασθενούς. Οι στόχοι της εξέτασης του HIV είναι:

  • Προσυμπτωματικός έλεγχος και διάγνωση της HIV λοίμωξης- υπάρχει διαθέσιμη εξέταση εμπιστευτική ή ανώνυμη για αυτούς που νομίζουν ότι μπορεί να έχουν εκτεθεί. Οι αρχικές εξετάσεις, συχνά, περιλαμβάνουν την εξέταση ενός μικρού δείγματος αίματος από το δάκτυλο ή δείγματος από το στόμα, για αντισώματα κατά του HIV που παράγονται από το ανοσιακό σύστημα του ασθενούς. Τα αποτελέσματα συνήθως είναι έτοιμα εντός μερικών λεπτών. Ωστόσο, ένα θετικό δείγμα ελέγχου χρειάζεται να επιβεβαιωθεί και μέσω άλλης εξέτασης.
  • Μέτρηση και παρακολούθηση του ποσού του ιού στο αίμα του ασθενούς (ιικό φορτίο)
  • Εκτίμηση και παρακολούθηση του επιπέδου λειτουργίας του ανοσιακού συστήματος του ασθενούς
  • Εκτίμηση της αντοχής του HIV στις υπάρχουσες φαρμακευτικές θεραπείες

Ειδικές εξετάσεις μπορεί να περιλαμβάνουν:

  • Εξέταση αντισωμάτων HIV—για τη διάγνωση της HIV λοίμωξης
  • Εξέταση της πρωτεΐνης p24  —μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την ανίχνευση πρώιμηςφάσης της HIV λοίμωξης και για τον έλεγχο των παραγώγων αίματος για HIV.
  • Εξέταση HIV ιικού φορτίου—μετρά την ποσότητα του ιού HIV στο αίμα. Γίνεται με σκοπό να αποφασιστεί πότε θα πρέπει να ξεκινήσει θεραπεία και γίνεται κατά διαστήματα με σκοπό την παρακολούθηση της αποτελεσματικότητας της θεραπείας.
  • Αριθμός CD4 κυττάρων—μετρά τον αριθμό CD4 T-κυττάρων στο αίμα. Γίνεται κατά διαλείμματα για τον καθορισμό της έναρξης HIV θεραπείας. Γίνεται, επίσης, κατά την παρακολούθηση της θεραπείας, της εξέλιξης της HIV λοίμωξης και της κατάστασης του ανοσιακού συστήματος
  • Γονοτυπική εξέταση αντοχής του HIV—γίνεται για τον καθορισμό του κατά πόσον τα/ο συγκεκριμένα/ο στελέχη του HIV του ασθενούς παρουσιάζουν αντοχή στις υπάρχουσες αντι-ρετροϊκές θεραπείες. Γίνεται όταν ο ασθενής αρχικά διαγιγνώσκεται με σκοπό τον καθορισμό του κατά πόσον, και σε ποιά φάρμακα παρουσιάζει αντοχή ο ιός HIV. Επίσης γίνεται όταν αρχίζει ή αλλάζει η θεραπεία και όταν υπάρχουν στοιχεία αποτυχίας της θεραπείας.
  • Φαινοτυπική εξέταση αντοχής – μερικές φορές εφαρμόζεται στους ασθενείς που παρουσιάζουν αντοχή σε πολλαπλά αντι-ρετροϊκά φάρμακα, για να βοηθήσει στην καθοδήγηση της θεραπείας. Η εξέταση αυτή εκτιμά κατά πόσον τα/ο στελέχη/ος του HIV του ασθενούς μπορεί να αναπτυχθούν σε ποικίλες συγκεντρώσεις αντι-ρετροϊκών φαρμάκων.
  • Άλλες εξετάσεις μπορεί να εφαρμόζονται με σκοπό την ταυτοποίηση-ανίχνευση και παρακολούθηση θεραπείας των ευκαιριακών λοιμώξεων, των επιπλοκών και της τοξικότητας των φαρμάκων. Εξέταση μπορεί να ζητηθεί ΄σε τακτά χρονικά διαστήματα για την εκτίμηση της κατάστασης της υγείας και της λειτουργικότητας των οργάνων του ασθενούς. Κάποιες εξετάσεις γίνονται για την εκτίμηση κινδύνων που σχετίζονται με τη χρήση συγκεκριμένης θεραπείας HIV. Για παράδειγμα, το φάρμακο abacavir μπορεί να προκαλέσει εν δυνάμει σοβαρή αντίδραση υπερευαισθησίας σε κάποιους ασθενείς. Αυτοί που σχεδιάζουν να λάβουν το φάρμακο, εξετάζονται αρχικά για το αλλήλιο γονιδίου, HLA-B*5701. Αν είναι θετικοί, έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης της αντίδρασης και για το λόγο αυτό τους παρέχεται άλλη φαρμακευτική αγωγή.

Μη εργαστηριακές εξετάσεις
Εξετάσεις όπως ακτινογραφία (x-ray) θώρακος ή imaging scan μπορεί να εφαρμόζονται σε κάποιες περιπτώσεις για να εκτιμηθεί η κατάσταση υγείας του ασθενούς.

Σημάδια και Συμπτώματα

Ο HIV αρχικά προκαλεί μια οξεία φάση της ασθένειας με μη ειδικά συμπτώματα που μοιάζουν με αυτά της γρίπης, όπως κακουχία, πονοκέφαλο, πυρετό, διόγκωση των λεμφαδένων. Κάποια άτομα δεν παρουσιάζουν εμφανή συμπτώματα. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο ιός υπάρχει σε μεγάλες ποσότητες και μεταφέρεται σε όλο το σώμα. Ο HIV μολύνει κύτταρα του ανοσιακού συστήματος που καλούνται CD4 T-κύτταρα (επίσης καλούνται και βοηθητικά T κύτταρα) και με αργούς ρυθμούς ξεκινά η ελάττωση του αριθμού τους. Ο ιός εγκαθίσταται σε μέρη όπως ο εγκέφαλος και οι λεμφαδένες, όπου θα παραμείνει ακόμη και κατά τη διάρκεια της μελλοντικής χρήσης φαρμάκων.
Το ανοσιακό σύστημα του ασθενούς αντιδρά κατά της οξείας HIV λοίμωξης με παραγωγή αντισωμάτων έναντι του ιού. Στα περισσότερα άτομα, τα αρχικά συμπτώματα απομακρύνονται μετά από βραχύ χρονικό διάστημα. Ο ασθενής μπορεί να είναι φαινομενικά υγιής για μια δεκαετία ή περισσότερο, αλλά στο παρασκήνιο ο HIV εξακολουθεί να πολλαπλασιάζεται και να καταστρέφει τα CD4 T-κύτταρα. Τελικά, το ανοσιακό σύστημα του προσβεβλημένου ατόμου διακυβεύεται σε βαθμό ώστε να ξεκινούν τα συμπτώματα, όπως επιμένουσα διόγκωση των λεμφαδένων, απώλεια βάρους, εφίδρωση, επαναλαμβανόμενες λοιμώξεις,πυρετός, λοιμώξεις από έρπητα, εξάνθημα, και απώλεια μνήμης ή δυσκολία συγκέντρωσης.
Στα παιδιά που μολύνονται με τον HIV κατά τη διάρκεια ή πριν τη γέννησή τους, τα συμπτώματα μπορεί να εμφανιστούν εντός των δυο πρώτων ετών. Μπορεί να έχουν καθυστέρηση ανάπτυξης και να είναι συχνά άρρωστα.

Πρόληψη

Θεραπεία για την HIV λοίμωξη δεν υπάρχει μέχρι σήμερα. Η λοίμωξη, όμως, μπορεί να αποφευχθεί σε πολλές περιπτώσεις, αν αποφευχθούν δραστηριότητες υψηλού κινδύνου, όπως είναι η μη προστατευμένη σεξουαλική επαφή και η χρήση ήδη χρησιμοποιημένων βελονών. Ο προσυμπτωματικός έλεγχος ρουτίνας των αντισωμάτων κατά του HIV συστήνεται από το CDC, με σκοπό να βοηθήσει την ταυτοποίηση-ανίχνευση της HIV λοίμωξης σε αυτούς που δεν παρουσιάζουν συμπτώματα. Η πρώιμη διάγνωση της HIV λοίμωξης καθίσταται μεγάλης σημασίας για την αποφυγή μετάδοσης του ιού σε άλλους και για την εκτίμηση, την παρακολούθηση και την πρώιμη έναρξη θεραπείας του μολυσμένου ατόμου.
Η φαρμακευτική θεραπεία μητέρων, μολυσμένων με τον HIV,  κατά τη διάρκεια κύησης, οι προφυλάξεις κατά τη γέννηση και αποφυγή θηλασμού μπορούν να ελαχιστοποιήσουν τον κίνδυνο μετάδοσης της λοίμωξης από τη μητέρα στο παιδί.
Το προσωπικό υγείας μπορεί να προστατεύεται από την HIV λοίμωξη εφαρμόζοντας τους διεθνείς κανονισμούς προφύλαξης, όπως είναι η χρήση γαντιών και η αποφυγή τσιμπήματος με βελόνες.

Θεραπεία
Η φαρμακευτική-θεραπευτική αντιμετώπιση των HIV και AIDS στοχεύει στην καταστολή του πολλαπλασιασμού του ιού σε επίπεδα μη ανιχνεύσιμα και στη διατήρηση του ανοσιακου συστήματος και της υγείας του ασθενούς. Η καταστολή του πολλαπλασιασμού του ιού παρεμποδίζει ή αναστέλλει τη μετάλλαξη του HIV όπως και την ανάπτυξη αντοχής του έναντι των φαρμάκων. Επιβραδύνεται, έτσι, η εξέλιξη του νοσήματος και επιτρέπεται η αύξηση των CD4 T-λεμφοκυττάρων, βελτιώνοντας τη λειτουργία του ανοσιακού συστήματος. Σημαντική καθίσταται, επίσης, η θεραπευτική αντιμετώπιση των επιπλοκών και των ευκαιριακών λοιμώξεων καθώς και των παρενεργειών και της τοξικότητας της θεραπείας.
Στην εφαρμογή της HIV/AIDS φαρμακευτικής θεραπείας υπάρχουν δυο παράγοντες-κλειδιά. Ο πρώτος αφορά το χρόνο έναρξης της θεραπείας και ο δεύτερος αφορά στο είδος του φαρμάκου που θα χορηγηθεί. Ένα πρωτόκολλο Τμήματος Υγείας και Κοινωνικής Πρόνοιας (Department of Health and Human Services, DHHS), στις κατευθυντήριες οδηγίες αντι-ρετροϊκής θεραπείας ενηλίκών και εφήβων συστήνει ο ασθενής με HIV να ξεκινά θεραπεία όταν εμφανίζει νόσο, που καθορίζει AIDS ή όταν ο αριθμός των CD4 T-κυττάρων είναι μικρότερος από 200 cells/mm3. Συνίσταται, επίσης, θεραπεία στους ασθενείς με αριθμούς μεταξύ 200 και 350 cells/mm3 όπως και σε ολους τους ασθενείς (ανεξαρτήτως αριθμού CD4 T-κυττάρων) εφόσον:

  • κυοφορούν
  • εμφανίζουν νεφρικό νόσημα σχετιζόμενο με HIV
  • επίσης έχουν λοίμωξη ηπατίτιδας B.

Οι γυναίκες που κυοφορούν και δεν παρουσιάζουν κριτήρια για φαρμακευτική αγωγή μπορούν να διακόψουν τη θεραπεία μετά τη γέννα. Στις άλλες περιπτώσεις, ως επί τω πλείστον, όταν ένας ασθενής ξεκινήσει θεραπεία είναι σημαντικό να τη συνεχίσει σταθερά εφόρου ζωής. Διακοπή θεραπείας μπορεί να οδηγήσει στην αύξηση του ιού (ιϊκού φορτίου) και μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο ανάπτυξης αντοχής στα φάρμακα, να μειώσει τη λειτουργία του ανοσιακού συστήματος και να επιτρέψει την εξέλιξη του νοσήματος.
Επιλογή Φαρμάκου
Εξαρτάται από την πηγή της HIV λοίμωξης. Ένα άτομο μπορεί να ξεκινήσει με στέλεχος HIV ευαίσθητο ή ανθεκτικό στο φάρμακο. Λόγω της εύκολης μετάλλαξης του ιού HIV καθώς αντιγράφεται και εκτίθεται στο φάρμακο, ο ιικός «πληθυσμός» από τον οποίο μολύνεται ένα άτομο είναι μεικτός (ετερογενής). Χωρίς φαρμακευτική αγωγή επικρατεί γενικά ιός «άγριου τύπου».ευαίσθητος στα φάρμακα. Όταν χορηγούνται φάρμακα έναντι του HIV στον ασθενή, ο ιικός πληθυσμός αλλάζει με ελάττωση του ευαίσθητου «άγριου τύπου» ιού και αύξηση του ανθεκτικού στο φάρμακο ιού. Για την αποφυγή ή την ελαχιστοποίηση του πολλαπλασιασμού του ιού και της εμφάνισης ανθεκτικού στα φάρμακα ιού HIV συνδυάζονται πολλαπλά φάρμακα στη θεραπεία.
Υπάρχουν διάφορες τάξεις αντι-ρετροϊκών φαρμάκων που χρησιμοποιούνται σήμερα για την αντιμετώπιση του HIV/AIDS. Οι ασθενείς λαμβάνουν τουλάχιστον δυο φάρμακα από διαφορετικές τάξεις. Συνδυασμοί από τρια ή περισσότερα αντι-ρετροϊκά φάρμακα αναφέρονται ως υψηλά δραστική αντι-ρετροϊκή θεραπεία-HAART (highly active antiretroviral therapy). Επιπρόσθετα φάρμακα μπορούν να χορηγηθούν προς αντιμετώπιση επιπλοκών, συλ-λοιμώξεων, και παρενεργειών από τα φάρμακα, όπως είναι η γαστρεντερική προστασία. Προτιμώνται τα ειδικά θεραπευτικά σχήματα, τα ειδικά όμως φάρμακα που δίδονται πρέπει να αντιμετωπίζουν τις ανάγκες του κάθε ατόμου, όπως και τα στελέχη του ιού HIV από τα οποία έχει μολυνθεί. Η αντοχή του HIV στα φάρμακα εκτιμάται, συνήθως, όταν το άτομο διαγιγνώσκεται με HIV όπως επίσης και πριν από την έναρξη θεραπείας.
Η θεραπευτική αντιμετώπιση τότε εκτιμάται και τροποποιείται, αν και όπως χρειαστεί, όταν αποτύχει η συγκεκριμένη θεραπεία στον ασθενή – επισημαίνοντας την ανάπτυξη αντοχής στο ένα ή σε περισσότερα από τα χορηγούμενα φάρμακα, ή όταν υπάρχουν αλλαγές στην ικανότητα απορρόφησης και μεταβολισμού του/των φαρμάκων από τον οργανισμό του ασθενούς.
Ασθενείς με HIV/AIDS θα χρειαστεί να συνεργάζονται στενά με τον ιατρό που τους παρακολουθεί καθ’όλη τη διάρκεια της ζωής τους για τη ρύθμιση των φαρμακευτικών σχημάτων ανάλογα με τις ανάγκες που προκύπτουν. Η θεραπευτική αντιμετώπιση ασθενών που παρουσιάζουν αντοχή σε ένα ή περισσότερα φάρμακα ή τάξεις είναι δύσκολη. Οι ασθενείς που το αντιμετωπίζουν πρέπει να συμβουλευτούν ιατρούς που ειδικεύονται στη διαχείριση ασθενών με που έχουν υποβληθεί σε θεραπεία. Αναπτύσσονται συνεχώς νέα θεραπευτικά σχήματα τα οποία και χρησιμοποιούνται σε κλινικό επίπεδο.

Συνήθεις Ερωτήσεις

1.Πώς θα γνωρίζω κατά πόσον θα πρέπει να εξεταστώ για HIV;

Σκέψου ότι μπορεί να πρέπει να εξεταστείς αν:

  • είσαι ενεργός σεξουαλικά,
  • είσαι έγκυος,
  • έχεις χρησιμοποιήσει ήδη χρησιμοποιημένες βελόνες ή σύριγγες για ενδοφλέβια έγχυση ουσιών
  • έχεις διαγνωστεί με ηπατίτιδα, φυματίωση ή με ένα σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα.

Για να βρεις κέντρο όπου μπορείς να εξεταστείς επισκέψου τα Εθνικά Κέντρα ελέγχου HIV και σεξουαλικά μεταδιδόμενων νοσημάτων

2. Πόσο εμπιστευτικά είναι τα αποτελέσματα της εξέτασης HIV;
Η HIV κατάσταση, όπως και άλλες ιατρικές εξετάσεις και αποτελέσματα, προστατεύονται από τους κανόνες-νόμους προστασίας προσωπικών δεδομένων (HIPAA Privacy Rule) και δεν κοινοποιούνται σε φίλους, οικογένεια ή εργοδότη χωρίς την ενυπόγραφη συγκατάθεσή σου. Η HIV κατάστασή σου μπορεί να κοινοποιηθεί στο προσωπικό υγείας με το οποίο συνεργάζεσαι και που «πρέπει να γνωρίζει» για να μπορεί να βοηθήσει στην αντιμετώπισή της. Επίσης, για τον καθορισμό της επίπτωσης του HIV και για την κατάλληλη πρόληψη και ιατρική φροντίδα, όλα τα νέα περιστατικά με HIV καταγράφονται στα αντίστοιχα τοπικά και κρατικά τμήματα υγείας. Από τον Απρίλιο του 2008, έχουν συλλεγεί στοιχεία σε όλες τις ΗΠΑ, αλλά και στην Ελλάδα υπάρχει αντίστοιχο εμπιστευτικό σύστημα καταγραφής από την αρχή εμφάνισης της λοίμωξης HIV.
Συγκεκριμένα κέντρα διάγνωσης-εξέτασης παρέχουν είτε ανώνυμα (δε δίνεται ποτέ το όνομά σου) ή εμπιστευτικά (το όνομά σου δίδεται αλλά κρατείται απόρρητο) εξέταση HIV και συμbουλευτική στήριξη. Το FDA έχει εγκρίνει μια συσκευή εξέτασης στο σπίτι που σου επιτρέπει να παραμένεις ανώνυμος και να έχεις απόρρητα αποτελέσματα. Επίσης, μπορείς να επικοινωνήσεις με το ειδικό τμήμα της πολιτείας, της χώρας ή της πόλης για να βρεις πού γίνεται η εξέταση αυτή.

3. Χρειάζεται να πω σε κάποιον τα αποτελέσματά μου;
Ναι. Αν η εξέταση είναι θετική για τον HIV, είναι σημαντικό να το ανακοινώσεις στο προσωπικό υγείας όπως επίσης και σε όλους τους υπάρχοντες και μελλοντικούς σεξουαλικούς συντρόφους και/ή με όποιον μοιράζεσαι βελόνες. Συμβουλευτικές υπηρεσίες παρέχονται, συνήθως, από την κλινική στην οποία και έγινε η εξέταση ή από τον ειδικό υγείας που θα σε βοηθήσει να ενημερώσεις τα άτομα που πρέπει να μάθουν.

4. Μπορείς να μολυνθείς με HIV/AIDS όταν είσαι εθελοντής αιμοδότης;
Όχι. Είναι ασφαλής η δωρεά αίματος διότι χρησιμοποιούνται αποστειρωμένες βελόνες.

Πηγές Άρθρου – Article Sources


Σημείωση: Το άρθρο αυτό βασίστηκε στην έρευνα που χρησιμοποιεί τις πηγές που αναφέρονται στο παρόν κείμενο όπως επίσης και στην συλλογική εμπειρία του Editorial Review Board του LabTestsOnline. Το άρθρο αυτό ανανεώνει τα δεδομένα του μέσω επισκόπησής του από το EditorialBoard. Οι νέες πηγές δεδομένων που χρησιμοποιούνται, κάθε φορά, προστίθενται στη λίστα και διακρίνονται από τις αρχικές πηγές.
.Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν για την παρούσα ανασκόπηση
Pagana, Kathleen D. & Pagana, Timothy J. (© 2007). Mosby’s Diagnostic and Laboratory Test Reference 8th Edition: Mosby, Inc., Saint Louis, MO. Pp 23-27, 535-538, and 1036-1037.
Clarke, W. and Dufour, D. R., Editors (2006). Contemporary Practice in Clinical Chemistry, AACC Press, Washington, DC. Pp 487-490.
Wu, A. (2006). Tietz Clinical Guide to Laboratory Tests, Fourth Edition. Saunders Elsevier, St. Louis, Missouri. Pp 1595-1596.
(2008 January 29). New Report Provides Information on HIV Prevalence in the U.S. Household Population. CDC Press Release [On-line information]. Available online at http://www.cdc.gov/od/oc/media/pressrel/2008/r080129.htm. Accessed on 4/12/08.
(2008 February 7, Updated). AIDS/HIV, What are AIDS and HIV? National Institute of Child Health and Human Development [On-line information]. Available online at http://www.nichd.nih.gov/health/topics/aids_hiv.cfm. Accessed on 4/12/08.
(2007 January 2, Modified). How HIV Tests Work. CDC [On-line information]. Available online at http://www.cdc.gov/hiv/topics/testing/resources/qa/tests_work.htm. Accessed on 4/12/08.
(2008 April 10, Updated). Neurological Complications of AIDS Fact Sheet. National Institute of Neurological Disorders and Stroke [On-line information]. Available online at http://www.ninds.nih.gov/disorders/aids/detail_aids.htm. Accessed on 4/12/08.
(2008 February 21, Updated). HIV/AIDS. National Institute of Allergy and Infectious Diseases, Division of Acquired Immunodeficiency Syndrome [On-line information]. Available online at http://www3.niaid.nih.gov/healthscience/healthtopics/HIVAIDS/default.htm. Accessed on 4/12/08.
Branson, B., Duffus, W. and Jordan, W. (2008 March 31). Opt-out HIV Testing as a Public Health Tool. Medscape [On-line CME/CE]. Available online at http://www.medscape.com/viewarticle/572209 through http://www.medscape.com.
Hernández, D. and Frye, R. (2007 June 11, Updated). Human Immunodeficiency Virus Infection. eMedicine [On-line information]. Available online at http://www.emedicine.com/ped/TOPIC1027.HTM through http://www.emedicine.com. Accessed on 4/12/08.
(2008 January 29). Panel on Antiretroviral Guidelines for Adults and Adolescents Guidelines for the use of antiretroviral agents in HIV-1-infected adults and adolescents. Department of Health and Human Services. January 29, 2008; 1-128. [On-line information]. PDF available for download at http://www.aidsinfo.nih.gov/ContentFiles/AdultandAdolescentGL.pdf through http://www.aidsinfo.nih.gov. Accessed on 5/4/08.
(May 8, 2008). Centers for Disease Control and Prevention. HIV Infection Reporting. Available online at http://www.cdc.gov/hiv/topics/surveillance/reporting.htm. Accessed August 2008.
(August 3, 2008). Centers for Disease Control and Prevention. HIV/AIDS in the United States. Available online at http://www.cdc.gov/hiv/resources/factsheets/us.htm. Accessed August 2008.

http://www.labtestsonline.gr/

Facebooktwitterpinterest

Στείλτε τις απορίες σας

Στείλτε τις απορίες σας στο Γιατρό - Συγγραφέα του παραπάνω άρθρου
  • This field is for validation purposes and should be left unchanged.