Αλκοόλ: Αναπαραγωγικό και ενδοκρινικό σύστημα

Facebooktwitterpinterest

Στον άνδρα, η οξεία κατανάλωση αλκοόλ σε μικρά ποσά μπορεί να βελτιώσει τη στύση και να αυξήσει τη σεξουαλικότητα καθώς το αλκοόλ έχει αγγειοδιασταλτικές και αντιαγχωτικές επιδράσεις, ωστόσο, οι μεγάλες ποσότητες μπορούν να προκαλέσουν κεντρική καταστολή, μειωμένη σεξουαλικότητα και παροδική στυτική δυσλειτουργία. Έχει διαπιστωθεί από μελέτες ότι η μέτρια ή έντονη κατανάλωση αλκοόλ οδηγεί σε μειωμένα επίπεδα τεστοστερόνης στο αίμα. Στην υπόφυση, το αλκοόλ μπορεί να μειώσει την παραγωγή και την απελευθέρωση της LH και της FSH ενώ ασκεί και μια άμεση ανασταλτική επίδραση στην έκκριση τεστοστερόνης από τα κύτταρα του Leydig. Επιπλέον, το αλκοόλ μπορεί να αυξήσει την αρωματοποίηση της τεστοστερόνης και της ανδροστενδιόνης προς οιστρογόνα στους περιφερικούς ιστούς. Η σπερματογένεση είναι εξασθενημένη ως αποτέλεσμα των μειωμένων επιπέδων FSH και τεστοστερόνης και των άμεσων τοξικών επιδράσεων του αλκοόλ ή των μεταβολιτών του στα κύτταρα του Sertoli.
Ο χρόνιος αλκοολισμός μπορεί να προκαλέσει θηλεοποίηση, υπογοναδισμό και πολυνευροπάθεια, τα οποία μπορούν πρόσθετα να έχουν επιπτώσεις στη νευρική λειτουργία του πέους. Η ανικανότητα, η ορχική ατροφία, η απώλεια της σεξουαλικότητας, η στειρότητα, τα μειωμένα δευτερεύοντα σεξουαλικά χαρακτηριστικά του άρρενος και η γυναικομαστία (ως αποτέλεσμα των ανυψωμένων επιπέδων οιστρογόνων) παρατηρούνται σχεδόν σε όλους τους χρόνιους άρρενες αλκοολικούς.
Η οξεία κατανάλωση αλκοόλ σε υψηλότερες δόσεις μπορεί να μειώσει τη σεξουαλική λειτουργία στις γυναίκες με την παρεμπόδιση των φυσιολογικών διαδικασιών της σεξουαλικής διέγερσης και τη φραγή της οργασμικής απάντησης. Σε μια μειοψηφία των γυναικών, η μέτρια χορήγηση αλκοόλ έχει αποδειχθεί ότι μπορεί να οδηγήσει σε ανωορρηξία. Σε γυναίκες που καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες αλκοόλ, έχει παρατηρηθεί αύξηση στη συγκέντρωση ορού της προλακτίνης και των επινεφριδιακών ανδρογόνων. Ο αλκοολισμός κατά την κυοφορία συνδέεται με το εμβρυϊκό σύνδρομο αλκοολισμού στο νεογνό.
Μια άλλη επίδραση του οινοπνεύματος στην ενδοκρινή λειτουργία είναι η μείωση της απελευθέρωσης ADH που οδηγεί στη διούρηση νερού. Η οξεία κατανάλωση αλκοόλ μπορεί να αυξήσει την κορτιζόλη ορού στα φυσιολογικά άτομα. Η αυξημένη έκκριση γλυκοκορτικοειδών και το σύνδρομο ψευδο-Cushing έχουν αναφερθεί στους αλκοολικούς. Η οξεία χορήγηση της αιθανόλης σε φυσιολογικά άτομα οδηγεί σε μειώσεις των επιπέδων ιονισμένου ασβεστίου ορού και της παραθορμόνης και αυξάνει την ουρική έκκριση ασβεστίου και μαγνησίου αυξάνοντας τον κίνδυνο οστεοπόρωσης και καταγμάτων στους αλκοολικούς. Το αλκοόλ από μόνο του μπορεί να προκαλέσει υπογλυκαιμία. Έτσι, η προκαλούμενη υπογλυκαιμία μπορεί να εμφανιστεί ακόμη και σε φυσιολογικούς ανθρώπους που κατανάλωσαν αλκοόλ σε κάποια κοσμική εκδήλωση. Στους ασθενείς με αλκοολική κίρρωση, έχουν, επίσης, παρατηρηθεί μειωμένη περιφερική μετατροπή της T4 σε T3 και αυξημένη συγκέντρωση αλδοστερόνης με κατακράτηση υγρών.
Πηγή:doping prevention.gr

Facebooktwitterpinterest

Στείλτε τις απορίες σας

Στείλτε τις απορίες σας στο Γιατρό - Συγγραφέα του παραπάνω άρθρου
  • This field is for validation purposes and should be left unchanged.