Η ανίχνευση όζων μη ψηλαφητών στο μαστό

Η ανίχνευση όζων μη ψηλαφητών στο μαστό Facebooktwitterpinterest

Μη ψηλαφητές βλάβες του μαστού

Ο καρκίνος του μαστού παγκοσμίως αποτελεί την πρώτη αιτία θανάτου από καρκίνο στις γυναίκες.
Περιέργως η ολοένα και αυξανόμενη συχνότητα της νόσου σχετίζεται με σταθερά ποσοστά επιβίωσης κυρίως λόγω:
• αύξησης των προγραμμάτων πρόληψης
• συμμόρφωσης σε τακτικούς μαστογραφικούς ελέγχους
• βελτίωσης των απεικονιστικών τεχνικών
Στις μέρες μας η ανίχνευση μη ψηλαφητών μορφωμάτων στο μαστό παρουσιάζει σημαντική πρόοδο. Τέτοια μορφώματα συνήθως έχουν διάμετρο μικρότερη του ενός εκατοστού.
Η πρωτογενής πρόληψη ίσως έχει μικρό αντίκτυπο στα ποσοστά επίπτωσης του καρκίνου του μαστού, επειδή οι αιτίες του νεοπλάσματος ακόμη δεν μπορούν να εξηγηθούν. Έτσι, μόνο η δευτερογενής προφύλαξη (μαστογραφικός έλεγχος) μπορεί να αποφέρει βελτίωση των ποσοστών, λόγω της πρώιμης διάγνωσης και κατά συνέπεια αντιμετώπισης της νόσου.
Η ανίχνευση βλαβών μη ψηλαφητών στο μαστό καθίσταται ιδιαιτέρως σημαντική εάν αναλογιστούμε, πως το ποσοστό των ανιχνεύσιμων όγκων άνω του 1 εκ. στις μέρες μας παραμένει υψηλό και πως όγκοι τέτοιων διαστάσεων αντιστοιχούν σε χρονικό διάστημα επιπολασμού 7 με 9 χρόνια, διάστημα ικανό να έχουν ήδη αναπτυχθεί μεταστάσεις.
Ωστόσο η μαστογραφική και/ή η υπερηχοτομογραφική ανίχνευση μιας μη ψηλαφητής βλάβης δεν αποτελεί πάντα σημείο κακοήθειας: μία στις 4 βλάβες καταγράφονται ως καρκίνος στη διεθνή βιβλιογραφία. Ο ακτινολόγος είναι ο πρώτος που θα συστήσει βιοψία μιας βλάβης όταν κάτι από τα παρακάτω παρατηρηθεί στη μαστογραφία ή τον υπέρηχο:

• όζος ή πάχυνση του παρεγχύματος του μαζικού αδένα


• συρρέουσες ή διάχυτες μικροαποτιτανώσεις,

• όζος με μικροαποτιτανώσεις.

Οπωσδήποτε η ακρίβεια της διάγνωσης σχετίζεται με την κατάρτιση του ακτινοδιαγνωστή. Όσο πιο έμπειρος είναι αυτός, τόσο σπανιότερα συνιστάται χειρουργική βιοψία. Έτσι ο χειρουργός έχει να εκτελέσει μια πολύ στοχοποιημένη επέμβαση, λαμβάνοντας σημαντικά υπόψη το κοσμητικό αποτέλεσμα.

Ως εκ τούτου το κυρίαρχο θέμα είναι ο ακριβής εντοπισμός της μη ψηλαφητής βλάβης, ώστε να απομακρυνθεί και να εξεταστεί μόνο η ύποπτη εστία, θέτοντας την ακριβή διάγνωση αποφεύγοντας άσκοπη συναφαίρεση υγιούς παρεγχύματος εις βάρος και του αισθητικού αποτελέσματος.
Ο εντοπισμός μπορεί να πραγματοποιηθεί με απεικονιστικές τεχνικές.

Μαστογραφικώς
Η πιο ενδεδειγμένη τεχνική για μη ψηλαφητές βλάβες, ιδίως όταν αφορούν σε αποτιτανώσεις και όχι σε παρουσία όζου στον υπερηχοτομογραφικό έλεγχο.
Με την τεχνική αυτή υπό μαστογραφικό έλεγχο προωθείται μία βελόνη μέχρι το σημείο της παθολογικής εστίας και διαμέσου αυτής εισάγεται λεπτό σύρμα που καταλήγει στην εστία, όπου και αγκυστρώνεται.

Ο χειρουργός στη συνέχεια ακολουθώντας το σύρμα αφαιρεί χειρουργικά τον ιστό πέριξ της κορυφής του σύρματος κι αποστέλλει το υλικό για βιοψία. Η επέμβαση μπορεί να διενεργηθεί 24-48 ώρες από την τοποθέτηση του σύρματος. Οπωσδήποτε δε, προ της βιοψίας διενεργείται μαστογραφικός έλεγχος του υλικού, ώστε να επιβεβαιωθεί η ευστοχία της τεχνικής, δηλαδή η απομάκρυνση του ύποπτου προς βιοψία ιστού.


Υπερηχοτομογραφικώς

Ενδείκνυται μόνο στις περιπτώσεις που ανευρίσκεται υπερηχοτομογραφικώς διακριτό μόρφωμα. Δεν έχει θέση επομένως στις περιπτώσεις των αποτιτανώσεων.
Η τεχνική εντοπισμού της βλάβης και προώθησης σύρματος σε αυτή είναι ακριβώς η ίδια όπως και στη μαστογραφική καθοδήγηση.

Βάση βιβλιογραφικών δεδομένων τα αποτελέσματα της ιστολογικής εξέτασης, που προέκυψαν από επεμβάσεις “κατευθυνόμενες” στο μαστό κατέδειξαν:
• καλοήθεις βλάβες: 70%
• προκαρκινικές βλάβες: 6%
• κακοήθεια: 24%
Τα ευρήματα αυτά υποδηλώνουν το σημαντικότατο ρόλο της μαστογραφίας και του υπερηχογραφήματος στην πρώιμη ανίχνευση, αλλά και τον εντοπισμό καρκινικών βλαβών σε πρώιμα στάδια.

Καταλήγοντας εξάγεται εύκολα το συμπέρασμα, πως δεν αμφισβητείται σε καμιά περίπτωση ο ρόλος της αυτοεξέτασης και της φυσικής εξέτασης των μαστών, όμως τη δυνατότητα ανίχνευσης βλαβών σε πολύ πρώιμα στάδια, π.χ. προκαρκινικές βλάβες ή καρκίνοι με διάμετρο μικρότερη του ενός εκατοστού, παρέχει μόνο ο μαστογραφικός και ο υπερηχογραφικός έλεγχος. Συνεπώς είναι αδικαιολόγητη η μη συμμόρφωση του γυναικείου πληθυσμού στους προτεινόμενους προληπτικούς απεικονιστικούς ελέγχους.

Facebooktwitterpinterest

Στείλτε τις απορίες σας

Στείλτε τις απορίες σας στο Γιατρό - Συγγραφέα του παραπάνω άρθρου
  • This field is for validation purposes and should be left unchanged.