Στο 6% του ενήλικου πληθυσμού απαντάται η Διπολική Διαταραχή

Facebooktwitterpinterest

Η Διπολική Διαταραχή, που αναφερόταν στο παρελθόν με τον όρο «μανιοκατάθλιψη», είναι μια σοβαρή ψυχική νόσος η οποία χαρακτηρίζεται κυρίως από διαταραχή στη συναισθηματική λειτουργία του ατόμου. Βασική εκδήλωσή της είναι οι ακραίες διακυμάνσεις στη διάθεση που συμπαρασύρουν τη σκέψη, τη δραστηριότητα και τη γενικότερη συμπεριφορά του ατόμου και κύριο χαρακτηριστικό της είναι η εναλλαγή φάσεων μανίας με φάσεις κατάθλιψης. Μεταξύ αυτών των δυο πόλων παρεμβάλλονται διαστήματα με φυσιολογική διάθεση («νορμοθυμία»).

Πρέπει να επισημανθεί ότι όλοι οι άνθρωποι βιώνουν καθημερινά διακυμάνσεις στη διάθεσή τους, οι οποίες εξαρτώνται κυρίως από τα ερεθίσματα του περιβάλλοντος, αλλά και από τον τρόπο με τον οποίο το άτομο τα επεξεργάζεται και τα ερμηνεύει. Οι διακυμάνσεις αυτές κινούνται κυρίως ανάμεσα στο συναίσθημα της χαράς και το συναίσθημα της λύπης και μπορούν να εμφανιστούν σε μια ποικιλία αποχρώσεων και παραλλαγών. Στη διπολική διαταραχή όμως, η μεταβλητότητα της διάθεσης είναι πολύ διαφορετική από τη συνηθισμένη.

Οι διακυμάνσεις της έχουν ιδιαίτερα σοβαρό χαρακτήρα, λόγω της μεγάλης έντασης, της μακράς διάρκειας και των σημαντικών αρνητικών επιπτώσεών τους στην κοινωνική και επαγγελματική ζωή του ατόμου. Στον ένα πόλο, στη μανία, οι ασθενείς είναι δυνατόν να βιώνουν συμπτώματα όπως: υπερβολικά ευφορική διάθεση, υπεραισιοδοξία, έντονη δραστηριότητα, εκνευρισμό, ανησυχία, ευερεθιστότητα, παρορμητική ή επιθετική συμπεριφορά, γρήγορη και συχνά ανοργάνωτη σκέψη και ομιλία, διάσπαση προσοχής και αδυναμία συγκέντρωσης, μειωμένη ανάγκη για ύπνο, υπερεκτίμηση δυνάμεων και ικανοτήτων, ιδέες μεγαλείου, περιορισμένη κριτική ικανότητα που επηρεάζει την επαφή με την πραγματικότητα, υπερκαταναλωτική συμπεριφορά, αλόγιστες οικονομικές δαπάνες, σεξουαλική υπερδραστηριότητα, κατάχρηση ουσιών και αδυναμία κατανόησης του νοσηρού της κατάστασης

Αντίθετα, στον άλλο πόλο, στην κατάθλιψη, οι ασθενείς είναι δυνατόν να βιώνουν συμπτώματα όπως: καταθλιπτική διάθεση, με ή χωρίς άγχος, αίσθημα κενού, απαισιοδοξία ή απελπισία και αίσθημα αβοηθησίας, ιδέες ενοχής & αναξιότητας, απώλεια των ενδιαφερόντων και αδυναμία άντλησης ικανοποίησης από τη συμμετοχή σε δραστηριότητες που ήταν προηγουμένως ευχάριστες, μείωση της ενεργητικότητας, εύκολη κόπωση, δυσκολία στη συγκέντρωση, τη μνήμη και στη δυνατότητα λήψης αποφάσεων, ανησυχία ή ευερεθιστότητα, διαταραχές του ύπνου και της όρεξης, μείωση της σεξουαλικής διάθεσης, σκέψεις θανάτου ή αυτοκτονίας και συχνά, περισσότερο από κάθε άλλη ψυχική νόσο, αυτοκτονική συμπεριφορά.

Η διπολική διαταραχή περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα παραλλαγών και διαβαθμίσεων και οι επιδημιολογικές έρευνες δείχνουν ότι σε κάποια από τις πολλές της μορφές, απαντάται στο 3 έως 6% του ενήλικου πληθυσμού με το πρώτο επεισόδιο να εισβάλλει τις περισσότερες φορές πριν την ηλικία των 30 ετών.

Αιτιολογικός παράγοντας…

Ως προς τα αίτια, μέχρι στιγμής, δεν έχει απομονωθεί ένας συγκεκριμένος αιτιολογικός παράγοντας. Αντιθέτως, ένας μεγάλος αριθμός παραγόντων θεωρείται ότι συμβάλλει στην ανάπτυξη της διπολικής διαταραχής. Είναι γεγονός ότι η νόσος έχει βιολογικό υπόβαθρο και τα στρεσογόνα γεγονότα και οι ψυχοπιεστικοί περιβαλλοντικοί παράγοντες διαδραματίζουν περισσότερο ευοδωτικό ή εκλυτικό παρά αιτιολογικό ρόλο στην εκδήλωσή της.

Ακριβώς πάνω στη βιολογική βάση της νόσου στηρίζεται και η βασική της θεραπευτική αντιμετώπιση με τα φάρμακα να αποτελούν το θεμελιώδη λίθο στη θεραπεία. Στόχος της φαρμακευτικής αγωγής είναι η αντιμετώπιση των οξέων συμπτωμάτων της μανίας ή της κατάθλιψης, η πρόληψη των υποτροπών και η επιμήκυνση του χρονικού διαστήματος της νορμοθυμίας με τις λιγότερες δυνατές ανεπιθύμητες ενέργειες για τη γενικότερη σωματική υγεία και την ποιότητα ζωής του ασθενή.

Νέα φάρμακα, νέοι συνδυασμοί προστίθενται στη θεραπευτική φαρέτρα με τα άτυπα αντιψυχωσικά να παίζουν πλέον ένα σημαντικό ρόλο όχι μόνο στην αντιμετώπιση των οξέων μανιακών επεισοδίων αλλά και για ορισμένα από αυτά έρευνες δείχνουν ότι σε κατάλληλη δόση βελτιώνουν τη διάθεση του ασθενή και κατά την καταθλιπτική φάση, αλλά και δρουν ως σταθεροποιητές της διάθεσης χωρίς να συνδέονται με ειδικές, μεταβολικού κυρίως τύπου, παρενέργειες.

Κάθε φάρμακο έχει, ασφαλώς, πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Ο πιο κατάλληλος άνθρωπος, που θα συμβουλεύσει υπεύθυνα για τη φαρμακευτική αγωγή που ενδείκνυται για την περίπτωση του κάθε ασθενή, είναι αποκλειστικά και μόνο ο ψυχίατρός του, με οδηγό τις υπάρχουσες διεθνείς κατευθυντήριες συστάσεις οι οποίες περιλαμβάνουν συμπληρωματικά στη φαρμακευτική αγωγή ψυχοκοινωνικές και κυρίως ψυχοεκπαιδευτικού τύπου παρεμβάσεις με στόχο την καλύτερη συνεργασία του ασθενή στη λήψη της φαρμακευτικής αγωγής και επομένως στην καλύτερη πορεία της νόσου.
www.capitalhealth.gr

Facebooktwitterpinterest

Στείλτε τις απορίες σας

Στείλτε τις απορίες σας στο Γιατρό - Συγγραφέα του παραπάνω άρθρου
  • This field is for validation purposes and should be left unchanged.