Πληροφορίες: Αιματολόγος
ΑΙΜΑΤΟΛΟΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Ν.Θ.Π. «Η ΠΑΜΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ»Προβολή άρθρων του συγγραφέα Γράφτηκε στις ,
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η ερυθροποίηση αποτελεί μια πολύπλοκη διαδικασία κατά την οποία οι ημερήσιες απαιτήσεις σε σίδηρο (Fe) για την επαρκή αιμοσφαιρινοποίηση υπολογίζονται σε 20-30mg. Η ημερήσια διαιτητική πρόσληψη Fe ισούται με τις απώλειες, οπότε το μεγαλύτερο μέρος των αναγκών καλύπτεται από την αποδόμηση της αίμης των “γηρασμένων” ερυθροκυττάρων. Ο Fe απαντά στην αποθηκευμένη μορφή (φερριτίνη, αιμοσιδηρίνη), τη λειτουργική μορφή (αιμοσφαιρίνη, μυοσφαιρίνη) και τη μορφή με την οποία μεταφέρεται στους διάφορους ιστούς (τρανσφερρίνη).
Πληροφορίες: Ιάτωρ
"ο γιατρός, θεραπευτής"
Διαδικτυακό Περιοδικό ΥγείαςΠροβολή άρθρων του συγγραφέα Γράφτηκε στις ,
Η Αιμορροφιλία είναι μία σχετικά σπάνια, κληρονομική κατάσταση που προκαλεί προβλήματα με την πήξη του αίματος. Αυτό σημαίνει ότι, σε περίπτωση τραυματισμού ή βλάβης ενός ιστού και ρήξης των αιμοφόρων αγγείων, η αιμορραγία διαρκεί περισσότερο απ’ ότι κανονικά.
Κάποια αιμορραγικά επεισόδια μπορούν να γίνουν ορατά από όλους – όπως όταν το δέρμα κόβεται ή σπάει. Άλλα είναι λιγότερο εύκολο να γίνουν αντιληπτά, αλλά είναι ενδεχομένως περισσότερο βλαπτικά – η αιμορραγία μέσα στις ή γύρω από τις αρθρώσεις, για παράδειγμα, ανιχνεύεται δυσκολότερα, αλλά η σημασία πρόληψής της είναι ακόμη μεγαλύτερη.
Υπάρχουν δύο διαφορετικές μορφές αιμορροφιλίας:
• Η Αιμορροφιλία A είναι η συνηθέστερη μορφή, η οποία επηρεάζει ένα στα 5.000 άτομα του ανδρικού φύλου.
Το αν το κάπνισμα είναι ή δεν είναι η αιτία της γυναικείας υπογονιμότητας, δεν μπορεί να υπολογιστεί σε μετρήσιμο βαθμό. Όσον αφορά το ζήτημα αυτό, [...]
Με τον όρο «Περιφερική αρτηριακή νόσος» (περιφερική αγγειακή νόσος / περιφερική αποφρακτική αρτηριοπάθεια) αναφερόμαστε στη στένωση ή την απόφραξη των [...]
Πληροφορίες: Ιάτωρ
"ο γιατρός, θεραπευτής"
Διαδικτυακό Περιοδικό ΥγείαςΠροβολή άρθρων του συγγραφέα Γράφτηκε στις ,
Η μεγαλύτερη διάρκεια θεραπείας και η διατήρηση της μέγιστης ανταπόκρισης με λεναλιδομίδη και δεξαμεθαζόνη αυξάνει τη συνολική επιβίωση σε ασθενείς με ανθεκτικό ή υποτροπιάζον Πολλαπλούν Μυέλωμα. Αυτό ήταν ένα από τα βασικά συμπεράσματα διεθνών κλινικών μελετών που παρουσιάστηκαν κατά τη διάρκεια του 14ου Συνεδρίου της Ευρωπαϊκής Αιματολογικής Εταιρείας (ΕΗΑ 2009).
Τα ποσοστά επιβίωσης για τους ασθενείς που πέτυχαν τουλάχιστον μία μερική ανταπόκριση στη θεραπεία με λεναλιδομίδη και δεξαμεθαζόνη συγκρίθηκαν μεταξύ των ασθενών που συνέχισαν τη θεραπεία και εκείνων που διέκοψαν τη θεραπεία λόγω ανεπιθύμητων ενεργειών, απόσυρσης από τη μελέτη ή άλλων λόγων.
Ο διάμεσος χρόνος επιβίωσης για τους ασθενείς που συνέχισαν τη θεραπεία με λεναλιδομίδη και δεξαμεθαζόνη μετά την επίτευξη μίας τουλάχιστον μερικής ανταπόκρισης ήταν 50,9 μήνες, ενώ για αυτούς που διέκοψαν τη θεραπεία νωρίς ήταν 35 μήνες.
Όταν τα επίπεδα της χολερυθρίνης είναι υψηλά εμφανίζεται ίκτερος και απαιτούνται περαιτέρω εξετάσεις για να προσδιοριστεί η αιτία. Πάρα πολλή χολερυθρίνη μπορεί να σημαίνει υπερβολική παραγωγή της (συνήθης αιτία: αιμόλυση ) ή ότι το ήπαρ δεν μπορεί να απομακρύνει επαρκώς και έγκαιρα την χολερυθρίνη (λόγω απόφραξης των χοληφόρων, ηπατικών νόσων (όπως κίρρωση, οξεία ηπατίτιδα ) ή κληρονομούμενα προβλήματα μεταβολικού ελέγχου της χολερυθρίνης.
Πληροφορίες: Αιματολόγος
ΑΙΜΑΤΟΛΟΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Ν.Θ.Π. «Η ΠΑΜΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ»Προβολή άρθρων του συγγραφέα Γράφτηκε στις ,
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η ερυθροποίηση αποτελεί μια πολύπλοκη διαδικασία κατά την οποία οι ημερήσιες απαιτήσεις σε σίδηρο (Fe) για την επαρκή αιμοσφαιρινοποίηση υπολογίζονται σε 20-30mg. Η ημερήσια διαιτητική πρόσληψη Fe ισούται με τις απώλειες, οπότε το μεγαλύτερο μέρος των αναγκών καλύπτεται από την αποδόμηση της αίμης των “γηρασμένων” ερυθροκυττάρων. Ο Fe απαντά στην αποθηκευμένη μορφή (φερριτίνη, αιμοσιδηρίνη), τη λειτουργική μορφή (αιμοσφαιρίνη, μυοσφαιρίνη) και τη μορφή με την οποία μεταφέρεται στους διάφορους ιστούς (τρανσφερρίνη).
Πληροφορίες: Ιάτωρ
"ο γιατρός, θεραπευτής"
Διαδικτυακό Περιοδικό ΥγείαςΠροβολή άρθρων του συγγραφέα Γράφτηκε στις ,
Η Αιμορροφιλία είναι μία σχετικά σπάνια, κληρονομική κατάσταση που προκαλεί προβλήματα με την πήξη του αίματος. Αυτό σημαίνει ότι, σε περίπτωση τραυματισμού ή βλάβης ενός ιστού και ρήξης των αιμοφόρων αγγείων, η αιμορραγία διαρκεί περισσότερο απ’ ότι κανονικά.
Κάποια αιμορραγικά επεισόδια μπορούν να γίνουν ορατά από όλους – όπως όταν το δέρμα κόβεται ή σπάει. Άλλα είναι λιγότερο εύκολο να γίνουν αντιληπτά, αλλά είναι ενδεχομένως περισσότερο βλαπτικά – η αιμορραγία μέσα στις ή γύρω από τις αρθρώσεις, για παράδειγμα, ανιχνεύεται δυσκολότερα, αλλά η σημασία πρόληψής της είναι ακόμη μεγαλύτερη.
Υπάρχουν δύο διαφορετικές μορφές αιμορροφιλίας:
• Η Αιμορροφιλία A είναι η συνηθέστερη μορφή, η οποία επηρεάζει ένα στα 5.000 άτομα του ανδρικού φύλου.
Πληροφορίες: Ιάτωρ
"ο γιατρός, θεραπευτής"
Διαδικτυακό Περιοδικό ΥγείαςΠροβολή άρθρων του συγγραφέα Γράφτηκε στις ,
Η μεγαλύτερη διάρκεια θεραπείας και η διατήρηση της μέγιστης ανταπόκρισης με λεναλιδομίδη και δεξαμεθαζόνη αυξάνει τη συνολική επιβίωση σε ασθενείς με ανθεκτικό ή υποτροπιάζον Πολλαπλούν Μυέλωμα. Αυτό ήταν ένα από τα βασικά συμπεράσματα διεθνών κλινικών μελετών που παρουσιάστηκαν κατά τη διάρκεια του 14ου Συνεδρίου της Ευρωπαϊκής Αιματολογικής Εταιρείας (ΕΗΑ 2009).
Τα ποσοστά επιβίωσης για τους ασθενείς που πέτυχαν τουλάχιστον μία μερική ανταπόκριση στη θεραπεία με λεναλιδομίδη και δεξαμεθαζόνη συγκρίθηκαν μεταξύ των ασθενών που συνέχισαν τη θεραπεία και εκείνων που διέκοψαν τη θεραπεία λόγω ανεπιθύμητων ενεργειών, απόσυρσης από τη μελέτη ή άλλων λόγων.
Ο διάμεσος χρόνος επιβίωσης για τους ασθενείς που συνέχισαν τη θεραπεία με λεναλιδομίδη και δεξαμεθαζόνη μετά την επίτευξη μίας τουλάχιστον μερικής ανταπόκρισης ήταν 50,9 μήνες, ενώ για αυτούς που διέκοψαν τη θεραπεία νωρίς ήταν 35 μήνες.
Όταν τα επίπεδα της χολερυθρίνης είναι υψηλά εμφανίζεται ίκτερος και απαιτούνται περαιτέρω εξετάσεις για να προσδιοριστεί η αιτία. Πάρα πολλή χολερυθρίνη μπορεί να σημαίνει υπερβολική παραγωγή της (συνήθης αιτία: αιμόλυση ) ή ότι το ήπαρ δεν μπορεί να απομακρύνει επαρκώς και έγκαιρα την χολερυθρίνη (λόγω απόφραξης των χοληφόρων, ηπατικών νόσων (όπως κίρρωση, οξεία ηπατίτιδα ) ή κληρονομούμενα προβλήματα μεταβολικού ελέγχου της χολερυθρίνης.