Σακχαρώδης Διαβήτης Τύπου 2

Facebooktwitterpinterest

Η ομαριγλιπτίνη της MSD, ένας εφάπαξ εβδομαδιαία χορηγούμενος αναστολέας DPP-4 σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, πέτυχε παρόμοια μείωση της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (HbA1c) με την εφάπαξ ημερήσια χορήγηση σιταγλιπτίνης

«Ο Σακχαρώδης Διαβήτης Τύπου 2 αποτελεί μία χρόνια και εξελισσόμενη νόσο, η οποία αφορά περίπου 387 εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο2, κι ο αριθμός αυτός συνεχίζει να αυξάνεται ταχύτατα. Πολλοί άνθρωποι δεν βρίσκονται ακόμα στα συνιστώμενα επίπεδα γλυκόζης αίματος, γεγονός το οποίο τονίζει τη σημασία των εξατομικευμένων στόχων επιπέδων γλυκόζης αίματος και των πολλαπλών θεραπευτικών επιλογών», ανέφερε ο Sam Engel, M.D., αντιπρόεδρος του τμήματος της MSD για τις Κλινικές Έρευνες στο Διαβήτη και την Ενδοκρινολογία. «Η ομαριγλιπτίνη έχει τη δυναμική να αποτελέσει μία σημαντική θεραπευτική επιλογή, ιδιαίτερα για εκείνους που προτιμούν να λαμβάνουν τη θεραπεία τους μόνο μία φορά την εβδομάδα».

Η ομαριγλιπτίνη έλαβε προ ημερών έγκριση κυκλοφορίας στην Ιαπωνία, μετά την εξέταση της σχετικής αίτησης που είχε υποβάλλει η MSD στον Ιαπωνικό Οργανισμό Φαρμάκων και Ιατρικών Συσκευών τον Νοέμβριο του 2014. Όσον αφορά στην αγορά των ΗΠΑ, η εταιρεία σχεδιάζει να υποβάλει αίτηση έγκρισης στις ρυθμιστικές αρχές στα τέλη του 2015.

Το πρόγραμμα κλινικής ανάπτυξης για την ομαριγλιπτίνη O-QWEST (Omarigliptin Q Weekly Efficacy and Safety in Type 2 Diabetes) [Αποτελεσματικότητα και Ασφάλεια στην Εβδομαδιαία Χορήγηση Ομαριγλιπτίνης σε Διαβήτη Τύπου 2], περιλαμβάνει 10 κλινικές δοκιμές φάσης 3, στις οποίες συμμετείχαν περίπου 8.000 ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2.

 

Σχετικά με τη μελέτη

Η μελέτη πέτυχε το πρωτεύον καταληκτικό σημείο της μη-κατωτερότητας σε ό,τι αφορά τη μείωση των τιμών της HbA1c με ομαριγλιπτίνη σε σύγκριση με τη σιταγλιπτίνη στις 24 εβδομάδες. Την 24η εβδομάδα οι ασθενείς οι οποίοι ελάμβαναν ομαριγλιπτίνη, εμφάνισαν μείωση της HbA1c κατά μέσο όρο 0,47% σε σχέση με τις αρχικές τιμές, έναντι της μέσης μείωσης της τάξεως του 0,43% στους ασθενείς οι οποίοι λάμβαναν σιταγλιπτίνη, με τη διαφορά μεταξύ αυτών των ομάδων να είναι 0,03 (95% CI [-0.15, 0.08]). Στους ασθενείς της προκαθορισμένης υποομάδας με υψηλή αρχική HbA1c της τάξεως του 8% ή και περισσότερο, η θεραπεία με ομαριγλιπτίνη κατέληξε σε μειώσεις της τάξεως του 0,79% σε σύγκριση με το 0,71% για τη σιταγλιπτίνη (διαφορά = 0,08%, 95% CI [-0.37, 0.21]).

Το ποσοστό των ασθενών οι οποίοι πέτυχαν τους στόχους τιμών της HbA1c ήταν παρόμοιο και για την ομαριγλιπτίνη και για τη σιταγλιπτίνη. Στις 24 εβδομάδες, το 51% των ασθενών οι οποίοι λάμβαναν ομαριγλιπτίνη, πέτυχαν τιμή HbA1c μικρότερη του 7%, σε σύγκριση με το 49% των ασθενών οι οποίοι λάμβαναν σιταγλιπτίνη (p=0,334). Το ποσοστό των ασθενών οι οποίοι πέτυχαν τιμές HbA1c μικρότερες του 6,5% ήταν επίσης παρόμοιο και στις δύο ομάδες: 27% για την ομαριγλιπτίνη σε σύγκριση με το 23% για τη σιταγλιπτίνη (p=0.219). Η γλυκόζη πλάσματος νηστείας ελαττώθηκε κατά 0.8 mmol/L σε σχέση με τα αρχικά επίπεδα στην ομάδα της ομαριγλιπτίνης και 0.5 mmol/L στην ομάδα τη σιταγλιπτίνης, με τη διαφορά μεταξύ των ομάδων να ανέρχεται στα 0.2 mmol/L (p= 0.089).

Τα ποσοστά εμφάνισης σοβαρών ανεπιθύμητων αντιδράσεων και ανεπιθύμητων ενεργειών σχετιζόμενων με τα φάρμακα, καθώς και τα ποσοστά διακοπής της θεραπείας ήταν παρόμοια και στις δύο ομάδες. Οι συχνότερες ανεπιθύμητες ενέργειες περιελάμβαναν διάρροια (0,9% για την ομαριγλιπτίνη έναντι 2,8% για τη σιταγλιπτίνη), γριπώδη συνδρομή (0,3% για την ομαριγλιπτίνη έναντι 2,2% % για τη σιταγλιπτίνη), λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού (4% για την ομαριγλιπτίνη έναντι 3,8% για τη σιταγλιπτίνη), ουρολοιμώξεις (1,2% για την ομαριγλιπτίνη έναντι 2,8% για τη σιταγλιπτίνη), αύξηση της λιπάσης (2,5% για την ομαριγλιπτίνη έναντι 4,1% για τη σιταγλιπτίνη) και οσφυαλγία (2,5% για την ομαριγλιπτίνη έναντι 0,6% για τη σιταγλιπτίνη). Τα ανεπιθύμητα επεισόδια υπογλυκαιμίας (συμπτωματικής και ασυμπτωματικής) αναφέρθηκαν σε ποσοστό 3,7% για την ομάδα της ομαριγλιπτίνης (με αναφορά ενός σοβαρού επεισοδίου υπογλυκαιμίας) και 4,7% για την ομάδα της σιταγλιπτίνης.

 

Σχετικά με τη σιταγλιπτίνη

Η σιταγλιπτίνη ενδείκνυται σε ενήλικες ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, για τη βελτίωση του γλυκαιμικού ελέγχου:

ως μονοθεραπεία :

  • σε ασθενείς που δεν ελέγχονται επαρκώς με δίαιτα και άσκηση μόνον και για τους οποίους η μετφορμίνη δεν είναι κατάλληλη λόγω αντενδείξεων ή μη ανεκτικότητας.

ως διπλή από του στόματος χορηγούμενη θεραπεία σε συνδυασμό με :

  • μετφορμίνη όταν η δίαιτα και η άσκηση μαζί με μετφορμίνη μόνο δεν παρέχουν επαρκή γλυκαιμικό έλεγχο.
  • μία σουλφονυλουρία όταν η δίαιτα και η άσκηση μαζί με την μέγιστη ανεκτή δόση μιας σουλφονυλουρίας μόνο δεν παρέχουν επαρκή γλυκαιμικό έλεγχο και όταν η μετφορμίνη δεν είναι κατάλληλη, λόγω αντενδείξεων ή μη ανεκτικότητας.
  • έναν ενεργοποιημένο υποδοχέα του γάμα (PPARγ) αγωνιστή που επάγει τον πολλαπλασιασμό των υπεροξεισωμάτων (π.χ. μία θειαζολιδινεδιόνη), όταν η χρήση ενός PPARγ αγωνιστή είναι κατάλληλη και όταν η δίαιτα και η άσκηση μαζί με τον PPARγ αγωνιστή μόνο δεν παρέχουν επαρκή γλυκαιμικό έλεγχο.

ως τριπλή από του στόματος χορηγούμενη θεραπεία σε συνδυασμό με

  • μία σουλφονυλουρία και μετφορμίνη όταν η δίαιτα και η άσκηση μαζί με τη διπλή θεραπεία με αυτά τα φαρμακευτικά προϊόντα δεν παρέχουν επαρκή γλυκαιμικό έλεγχο.
  • έναν PPARγ αγωνιστή και μετφορμίνη, όταν η χρήση ενός PPARγ αγωνιστή είναι κατάλληλη και όταν η δίαιτα και η άσκηση μαζί με τη διπλή θεραπεία με αυτά τα φαρμακευτικά προϊόντα δεν παρέχουν επαρκή γλυκαιμικό έλεγχο.

Η σιταγλιπτίνη ενδείκνυται επίσης ως προστιθέμενη θεραπεία στην ινσουλίνη (με ή χωρίς μετφορμίνη), όταν η δίαιτα και η άσκηση μαζί με σταθερή δόση ινσουλίνης δεν παρέχουν επαρκή γλυκαιμικό έλεγχο.

 

Η δέσμευση της MSD για το διαβήτη

Στην MSD έχουμε δεσμευτεί για τη βελτίωση της παρεχόμενης περίθαλψης σε ό,τι αφορά τον διαβήτη τύπου 2, δια μέσου της επιστημονικής προόδου και της καινοτομίας, για εκατομμύρια ανθρώπους που ζουν καθημερινά με το διαβήτη. Πασχίζουμε να παρέχουμε ένα ευρύ φάσμα θεραπειών και εκπαιδευτικών εργαλείων σε ασθενείς και παρόχους υπηρεσιών υγείας και χρησιμοποιούμε σημαντικούς πόρους και δυνατότητες, εστιάζοντας συνεχώς στην έρευνα και την ανάπτυξη.

 

Σχετικά με την MSD

Η MSD (Merck Sharp & Dohme) ξεκίνησε τη λειτουργία της στην Ελλάδα τον Ιούνιο του 2010 απασχολώντας σήμερα περισσότερους από 230 υπαλλήλους. Αποτελεί θυγατρική εταιρεία του πολυεθνικού Ομίλου Merck & Co, με έδρα το Kenilworth του New Jersey  που απασχολεί 74.000 εργαζομένους σε 140 χώρες σε όλο τον κόσμο. Η εταιρεία λειτουργεί με την ονομασία Merck & Co., Inc., Kenilowrth, NJ. USA, στις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά και με την ονομασία MSD στην Ευρώπη.

Στόχος της MSD (Merck Sharp & Dohme) είναι να εκπληρώσει τη βασική της αποστολή: να είναι ο κόσμος καλά. Για περισσότερες πληροφορίες, επισκεφθείτε την ιστοσελίδα www.msd.gr.

# # #

 

Παραπομπές

1 Gantz, I et al. Omarigliptin, a once-weekly DPP-4 inhibitor, provides similar glycaemic control to sitagliptin in patients with type 2 diabetes mellitus inadequately controlled on metformin. Presentation #110, to be presented at the 51st EASD Annual Meeting on Sept.16, 2015. [Η Ομαριγλιπτίνη, ένας χορηγούμενος εφάπαξ εβδομαδιαία αναστολέας της διπεπτιδυλικής πεπτιδάσης – 4, παρέχει παρόμοιο με την σιταγλιπτίνη έλεγχο της γλυκαιμίας σε ασθενείς με Διαβήτη Τύπου 2, ανεπαρκώς ελεγχόμενους με μετφορμίνη].  Διαθέσιμο στο: http://www.easdvirtualmeeting.org/resources/omarigliptin-a-once-weekly-dpp-4-inhibitor-provides-similar-glycaemic-control-to-sitagliptin-in-patients-with-type-2-diabetes-mellitus-inadequately-controlled-on-metformin–2. Τελευταία προσπέλαση Σεπτ. 2015.

2 IDF. IDF Diabetes Atlas, Sixth Edition, 2014 Update. 2014. Available at: https://www.idf.org/sites/default/files/Atlas-poster-2014_EN.pdf

Κάτοχος αδείας κυκλοφορίας σιταγλιπτίνης στην Ελλάδα: MSD ΑΦΒΕΕ /

Συν-προώθηση με την εταιρία: ΒΙΑΝΕΞ ΑΕ

[*] Η HbA1c αποτελεί μία εκτίμηση του μέσου όρου επιπέδων γλυκόζης για χρονική περίοδο δύο – τριών μηνών.

Facebooktwitterpinterest

Στείλτε τις απορίες σας

Στείλτε τις απορίες σας στο Γιατρό - Συγγραφέα του παραπάνω άρθρου
  • This field is for validation purposes and should be left unchanged.