Το Ναύπλιο

Facebooktwitterpinterest

Η τύχη της περιοχής ανέκαθεν ήταν συνδεδεμένη με την τύχη του γειτονικού Άργους. Σύμφωνα με τις αρχαίες μαρτυρίες η Ναυπλία – όπως λεγόταν το Ναύπλιο στην αρχαιότητα – πήρε το όνομά της από τον Ναύπλιο, γιό του Ποσειδώνα και της κόρης του Δαναού Αμυμώνης, που ήταν γνωστός για τις ναυτικές του ικανότητες. Όμοια και η πόλη, που ίδρυσε, αναπτύχθηκε σε ναυτική δύναμη και, σύμφωνα με τη μυθολογία, πήρε μέρος στην Αργοναυτική εκστρατεία.

Παρόλο που οι πληροφορίες για το προϊστορικό παρελθόν της πόλης είναι λίγες, παραμένει πάντως βέβαιο, πως είχε κατοικηθεί ήδη στα μυκηναϊκά χρόνια, όπως έδειξαν τα ευρήματα των ανασκαφών, ιδιαίτερα στην περιοχή του Παλαμηδίου.

Η πόλη είχε κατορθώσει να διατηρήσει την αυτονομία της μέχρι τον 7ο αι. π.Χ., οπότε βρέθηκε αντιμέτωπη με τη νέα δύναμη της εποχής, το Άργος, όταν συμμάχησε εναντίον του με τη Σπάρτη. Τότε καταστράφηκε και όσοι κάτοικοι σώθηκαν, βρήκαν καταφύγιο στη Μεθώνη της Μεσσηνίας. Το Ναύπλιο έκτοτε χρησιμοποιήθηκε σαν ναύσταθμος και λιμάνι των Αργείων. Στα κατοπινά χρόνια φαίνεται πως έχασε τη σημασία του. Ο περιηγητής Παυσανίας, όταν επισκέφθηκε την πόλη τον 2ο αι. μ.Χ., γράφει πως δεν υπήρχαν παρά μόνο ερειπωμένα τείχη και ένα ιερό αφιερωμένο στον Ποσειδώνα, στη σημερινή Ακροναυπλία.

Η περιοχή άρχισε ξανά να αποκτά σημασία την Ελληνιστική εποχή, οπότε και η Ακροναυπλία απέκτησε οχύρωση, από την οποία τμήματα διατηρούνται μέχρι σήμερα. Τη Βυζαντινή εποχή κάτοικοι, κυρίως από την κεντρική Πελοπόννησο, εγκαταστάθηκαν στην οχυρωμένη χερσόνησο ζητώντας καταφύγιο από τις βαρβαρικές επιδρομές. Αυτή την εποχή, ανάμεσα στον 6ο και 9ο αι. μ.Χ. δημιουργείται η καινούργια πόλη, το Ναύπλιο.

Από τον 12ο αι. η Βενετία, η μεγάλη ναυτική και εμπορική δύναμη της εποχής, είχε έντονες διεκδικήσεις για τις θέσεις εκείνες της Νότιας Ελλάδας που θα διευκόλυναν το εμπόριο της και θα παρείχαν ασφαλή αγκυροβόλια στα πλοία της. Ήδη από το 1199 είχε πάρει από τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Αλέξιο Γ’ το προνόμιο ελεύθερου εμπορίου στο Ναύπλιο, όπου ο άρχοντας Θεόδωρος Σγουρός από το 1180, με τη βοήθεια αυτοκρατορικού στόλου, είχε κατορθώσει να απομακρύνει από τις παράλιες θέσεις τους πειρατές. Ο γιός του, άρχοντας της Ναυπλίας Λέοντας Σγουρός, κατέλαβε τα οχυρά κάστρα του Άργους και του Ακροκορίνθου το 1203 και πρόβαλε αντίσταση στους Φράγκους, οι οποίοι το 1204 άρχισαν την πολιορκία του Ναυπλίου. Τελικά κατέλαβαν το Ναύπλιο 1210. Από τους δυο οχυρωματικούς περιβόλους που υπήρχαν τότε στη χερσόνησο της Ακροναυπλίας, πήραν στην κυριότητά τους τον έναν, τον ανατολικό, ενώ ο άλλος παρέμεινε στα χέρια των Ελλήνων.

Το Ναύπλιο μαζί με το Άργος παραχωρήθηκαν στον Όθωνα de la Roche, τον άρχοντα των Αθηνών, σε ανταμοιβή των υπηρεσιών που πρόσφερε για την αποτελεσματική κατάκτησή τους και για ένα αιώνα ανήκε σ’ αυτόν και την οικογένειά του. Όταν η μεγάλη Καταλανική Εταιρία κυριάρχησε στη νότια Ελλάδα (1311-1333), τότε το κάστρο περιήλθε σε βάιλο που το κρατούσε στο όνομα του τελευταίου βουργουνδιανού Δούκα, Βάλτερ Μπριέν. Μετά το θάνατό του το κάστρο πέρασε στην οικογένεια Enghien, μέσω της αδελφής του Ισαβέλλας. Στα 1377 τελευταίος απόγονος της οικογένειας ήταν η Μαρία σε ηλικία 13 ετών. Οι συγγενείς της, επειδή φοβόντουσαν από τη μια την εξάπλωση των Ελλήνων και από την άλλη των Φλωρεντινών γειτόνων τους, των Ατζαγιόλι, έθεσαν τα δύο κάστρα, του Ναυπλίου και του Άργους, στην προστασία της Βενετίας και την πάντρεψαν με τον Βενετό Πέτρο Κορνάρο, που όμως πέθανε σύντομα (1388). Η χήρα του φοβούμενη τόσο το Νέριο Ατζαγιόλι όσο και το γαμπρό του Θεόδωρο, Δασπότη του Μυστρά, αναγκάστηκε να πουλήσει στη Βενετία όλες τις κτήσεις που είχε στην περιοχή της Αργολίδας παίρνοντας σε αντάλλαγμα για την ίδια και τους κληρονόμους της ισόβια χορηγία. Τα δυο ισχυρά κάστρα της περιοχής πέρασαν με τον τρόπο αυτό στη Βενετία.

Παρόλο που ο Δεσπότης του Μυστρά Θεόδωρος, βοηθούμενος από τον πεθερό του Νέριο, κατέλαβε τα δύο κάστρα πριν φθάσει ο εκπρόσωπος της Βενετίας, εν τούτοις το Ναύπλιο δέχτηκε τους Βενετούς που εγκαταστάθηκαν εδώ και το έκαναν μια από τις πιο ισχυρές παραθαλάσσιες πόλεις όχι μόνο της Πελοποννήσου αλλά και όλης της Ελλάδας. Οι Βενετοί ονόμασαν την περιοχή Napoli di Romania και με αυτή την ονομασία συναντάται στα βενετικά αρχεία. Αν και στη διάρκεια του 16ου και 17ου αιώνα είχε περάσει στους Τούρκους, το λιοντάρι της Βενετίας παρέμενε για να θυμίζει στους κατοίκους αλλά και στους κατοπινούς επισκέπτες τις βενετσιάνικες μέρες.

Όταν το Ναύπλιο έπεσε στα χέρια των Τούρκων το 1540, μαζί «γονάτισε» και ολόκληρη η Πελοπόννησος. Βέβαια, ο Μοροζίνι ξαναπήρε το Ναύπλιο το 1686. Τότε χτίστηκε πάνω στο Παλαμήδι το φρούριο, προσιτό από τη γνωστή ελικωτή σκάλα με τα πολλά σκαλοπάτια (900 περίπου) και τα αλλεπάλληλα σκεπαστά περάσματα. Στα 1715 οι Τούρκοι κατέλαβαν πάλι το Ναύπλιο με το Μπούρτζι και το Παλαμήδι, που στο μεταξύ είχαν οχυρώσει οι Βενετοί. Στα 1822 οι Έλληνες σε μια απελπισμένη προσπάθεια αναρριχήθηκαν στο Παλαμήδι με επικεφαλής τον Στάϊκο Σταϊκόπουλο και η απελευθέρωσή της περιοχής άρχισε.

Το Ναύπλιο έγινε η πρώτη πρωτεύουσα της Ελλάδος, (1829-1834), έδρα του πρώτου Κυβερνήτη Ι. Καποδίστρια που δολοφονήθηκε λίγο αργότερα (1831) μπροστά στην εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα και δέχτηκε τέλος τον βασιλιά Όθωνα (1833), που μετέφερε την πρωτεύουσα στην Αθήνα.

Η ιστορία της περιοχής αντικατοπτρίζεται σήμερα στην αρχιτεκτονική των σπιτιών, των εκκλησιών, των διαφόρων κτισμάτων που έχουν διασωθεί, αλλά κυρίως στα κάστρα.

ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ «ΚΑΣΤΡΑ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ» εκδόσεις ADAM.
http://nafplio.wordpress.com

Facebooktwitterpinterest

Στείλτε τις απορίες σας

Στείλτε τις απορίες σας στο Γιατρό - Συγγραφέα του παραπάνω άρθρου
  • This field is for validation purposes and should be left unchanged.