Η διατροφή για «ρευματικά» και λύκο

Facebooktwitterpinterest

Η ρευματοειδής αρθρίτιδα και ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος απαιτούν ορισμένες τροποποιήσεις στη διατροφή, οι οποίες σχετίζονται με τη νόσο ή τις παρενέργειες των φαρμάκων στην πρώτη περίπτωση και με τη συννοσηρότητα και τις παρενέργειες των φαρμάκων στη δεύτερη.
Ρευματοειδής αρθρίτιδα
Οι ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα αντιμετωπίζουν κατά καιρούς διάφορα προβλήματα που οφείλονται είτε στη νόσο αυτή καθαυτή είτε σε παρενέργειες της φαρμακευτικής τους αγωγής.
Τα προβλήματα αυτά απαιτούν κάποια διατροφική παρέμβαση και συνοψίζονται ως εξής:
* Αλλαγές στη σύσταση του σώματος. Το ανθρώπινο σώμα αποτελείται από τρεις κύριες μάζες: τη λιπώδη, τη μυϊκή και τη μάζα των οστών. Μελέτες έχουν δείξει ότι ένα σημαντικό ποσοστό ασθενών με ρευματοειδή αρθρίτιδα παρουσιάζουν απώλεια μυϊκής μάζας λόγω της νόσου, ενώ η λιπώδης μάζα παρουσιάζεται αυξημένη σε όλα τα σημεία του σώματος εκτός από τα πόδια, εκτρέποντας την κατανομή του λίπους σε πιο κεντρική (συνεπώς και πιο επικίνδυνη). Όσον αφορά τη μάζα των οστών, και αυτή εμφανίζεται μειωμένη εξαιτίας της λήψης κορτικοστεροειδών, της ακινησίας ορισμένων ασθενών, της μειωμένης πρόσληψης ασβεστίου και βιταμίνης D και, τέλος, λόγω των αυξημένων _ εξαιτίας της νόσου _ επιπέδων ορισμένων ουσιών που λέγονται κυτταροκίνες.
* Παρενέργειες φαρμακευτικής αγωγής. Η φαρμακευτική αγωγή επιβάλλει συχνά κάποιους περιορισμούς ή αλλαγές στο διαιτολόγιο ασθενών με ρευματοειδή αρθρίτιδα.
* Προσβολή αρθρώσεων. Η αρθρική προσβολή των μικρών και μεγάλων αρθρώσεων μπορεί να μειώσει τη δυνατότητα του ανθρώπου να εκτελέσει καθημερινές δραστηριότητες, όπως ψώνια και μαγείρεμα. Επίσης η προσβολή της κροταφογναθικής άρθρωσης μπορεί να επηρεάσει την ικανότητα μάσησης και κατάποσης της τροφής.
Η διατροφική παρέμβαση τροποποιείται αναλόγως με το πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί.
Αλλαγές στη σύσταση του σώματος
Ο ασθενής με ρευματοειδή αρθρίτιδα οφείλει να ακολουθεί ένα διαιτολόγιο που θα του παρέχει επαρκείς ποσότητες πρωτεϊνών υψηλής βιολογικής αξίας (π.χ. από γαλακτοκομικά χαμηλών λιπαρών, ασπράδια αυγών, πουλερικά και ψάρια) και ισορροπία όλων των θρεπτικών συστατικών (ιδιαίτερα του ασβεστίου και της βιταμίνης D, που είναι σημαντικά για την υγεία των οστών).
Σε περίπτωση που ο ασθενής παρουσιάζει παχυσαρκία θα πρέπει να ξεκινήσει μία προσπάθεια απώλειας βάρους με τη συνεργασία κάποιου διαιτολόγου, ώστε η απώλεια να είναι αργή και σταδιακή (περίπου μισό κιλό την εβδομάδα) και το διαιτολόγιο επαρκές σε όλα τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά.
Δημοφιλείς ή ακραίες δίαιτες για την απώλεια βάρους μπορεί να επιδεινώσουν σημαντικά τη σύσταση του σώματος των ασθενών αυτών και να αυξήσουν τη νοσηρότητά τους, γι’ αυτό και δεν πρέπει να εφαρμόζονται από ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα.
Η απώλεια βάρους είναι συνήθως μία διαδικασία μακρόχρονη και επίπονη, δεδομένου ότι η σωματική άσκηση ασθενών με ρευματοειδή αρθρίτιδα είναι πολύ περιορισμένη και δεν μπορεί να συνεισφέρει σημαντικά στην απώλεια βάρους.
Παρενέργειες φαρμακευτικής αγωγής
* Στην περίπτωση που ο ασθενής λαμβάνει κυκλοσπορίνη, πρέπει να αποφεύγει την κατανάλωση γκρέιπ φρουτ και του χυμού του, γιατί αυξάνουν τη δραστικότητα και την τοξικότητα του φαρμάκου στον οργανισμό.
* Στην περίπτωση αγωγής με μεθοτρεξάτη πρέπει να αποφεύγεται η λήψη αλκοόλ γιατί ενισχύει τις παρενέργειες του φαρμάκου.
* Η λήψη μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων προκαλεί κατακράτηση υγρών και συνεπώς απαιτεί περιορισμό στη λήψη νατρίου, κύρια πηγή του οποίου είναι το αλάτι και τα τρόφιμα που το περιέχουν σε μεγάλες ποσότητες. Η μακροχρόνια λήψη κορτικοστεροειδών αποτελεί σημαντική παράμετρο στη διατροφική διαχείριση ασθενών με ρευματοειδή αρθρίτιδα δεδομένου ότι επηρεάζει ποικιλοτρόπως τη διατροφή.
Πιο συγκεκριμένα, η λήψη κορτιζόνης επιβάλλει τον περιορισμό του νατρίου για την αποφυγή κατακράτησης υγρών και δημιουργίας οιδημάτων. Έτσι, το πρόσθετο αλάτι στα φαγητά, αλμυρά σνακ, αλατισμένοι ξηροί καρποί, ελιές, αλμυρά τυριά, καθώς και παστά ή κονσερβοποιημένα τρόφιμα πρέπει να εκλείπουν από το διαιτολόγιο του ασθενούς για την ελαχιστοποίηση της κατακράτησης υγρών.
Επιπρόσθετα, πολλές φορές οι μεγάλες δόσεις κορτικοστεροειδών προκαλούν αύξηση του σακχάρου στο αίμα, καθιστώντας απαραίτητο τον περιορισμό των απλών υδατανθράκων (ζάχαρης, μελιού, μαρμελάδας, γλυκών και αναψυκτικών με ζάχαρη), ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις πρέπει να σχεδιαστεί ένα διαιτολόγιο βάσει των αρχών της δίαιτας των διαβητικών.
Η λήψη κορτιζόνης προκαλεί επιπλέον καταβολισμό της μυϊκής μάζας και αυξάνει τις ανάγκες του οργανισμού σε πρωτεΐνη. Εντούτοις, η πρωτεΐνη πρέπει να προέρχεται από πηγές φτωχές σε ζωικά λίπη, γιατί το φάρμακο πολλές φορές προκαλεί αύξηση της χοληστερόλης και των τριγλυκεριδίων του αίματος.
Έτσι, η καθημερινή πρόσληψη πρωτεΐνης από γαλακτοκομικά φτωχά σε λιπαρά (έως 2%), το ασπράδι των αυγών, πουλερικά και ψάρια και κάποιες φορές από άπαχο κόκκινο κρέας θα εξασφαλίσει στον ασθενή προστασία της μυϊκής μάζας, χωρίς να επιβαρύνει ταυτόχρονα τη χοληστερόλη στο αίμα.
Τέλος, η θεραπεία με κορτιζόνη για μεγάλα χρονικά διαστήματα αυξάνει τον κίνδυνο οστεοπόρωσης και καταγμάτων. Έτσι, ασθενείς που λαμβάνουν κορτιζόνη πρέπει να καταναλώνουν ημερησίως τρεις μερίδες γαλακτοκομικών χαμηλών σε λιπαρά (1 μερίδα ισούται με 1 ποτήρι γάλα ή 150 γρ. γιαούρτι ή 30-40 γρ. τυριού χαμηλό σε λιπαρά και αλάτι) και να προτιμούν τα εμπλουτισμένα σε ασβέστιο προϊόντα του εμπορίου (γάλα, γιαούρτι, χυμούς).
Επιπλέον οι περισσότεροι ασθενείς θα λάβουν και συμπλήρωμα ασβεστίου και βιταμίνης D για την εξασφάλιση της υγείας των οστών.
Προσβολή αρθρώσεων
Εάν η ρευματοειδής αρθρίτιδα προσβάλλει τις αρθρώσεις στη γνάθο και δυσχεραίνει τη μάσηση, η σύσταση της διατροφής του ασθενούς πρέπει να τροποποιηθεί ανάλογα (π.χ. πολτοποιημένες τροφές ή σε μορφή πουρέ) και μάλιστα υπό την καθοδήγηση ενός διαιτολόγου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι πολλές φορές ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα αναζητούν ανακούφιση των συμπτωμάτων τους μέσω κατανάλωσης συμπληρωμάτων διατροφής (π.χ. ιχθυελαίων, συμπληρωμάτων γ-λινολενικού οξέος ή κάποιων βοτάνων) ή εφαρμογής διαίτων που αποκλείουν ολόκληρες ομάδες τροφίμων, οι οποίες σύμφωνα με κάποιους αυξάνουν τη φλεγμονή στον οργανισμό. Εντούτοις, τα έως σήμερα ερευνητικά δεδομένα δεν δικαιώνουν τέτοιες πρακτικές, οι οποίες μπορεί να ελλοχεύουν και σημαντικούς κινδύνους για την υγεία των συγκεκριμένων ασθενών.
Συστηματικός ερυθηματώδης λύκος
Γενικές διαιτητικές οδηγίες για την αντιμετώπιση ασθενών με συστηματικό ερυθηματώδη λύκο δεν υπάρχουν και η δίαιτα τού κάθε ασθενούς πρέπει να προσαρμόζεται στις ανάγκες του, λαμβάνοντας υπόψη τα επακόλουθα της ασθένειας και της φαρμακευτικής αγωγής στη λειτουργία των οργάνων και τον μεταβολισμό των θρεπτικών συστατικών.
Κατά τη διατροφική διαχείριση των ασθενών πρέπει να λαμβάνονται υπόψη:
1. Η χρήση κορτιζόνης που στον συστηματικό ερυθηματώδη λύκο είναι μακροχρόνια και πολλές φορές σε μεγάλες δόσεις.
2. Η δυσλιπιδαιμία, η οποία συνήθως εκδηλώνεται με αυξημένες συγκεντρώσεις τριγλυκεριδίων και χαμηλές συγκεντρώσεις HDL (καλής) χοληστερόλης.
3. Η πιθανή προσβολή των νεφρών, η οποία εκδηλώνεται με μείωση της νεφρικής λειτουργίας, συνυπάρχουσα υπέρταση και απώλεια πρωτεΐνης στα ούρα.
Οι πιθανές παρενέργειες της θεραπείας με κορτικοστεροειδή και οι απαιτούμενοι διαιτητικοί χειρισμοί περιγράφονται στον Πίνακα.
Στην περίπτωση που το λιπιδαιμικό προφίλ διαταραχτεί και αυξηθούν τα τριγλυκερίδια, ο ασθενής πρέπει να έχει υπόψη ότι οι παράγοντες που επιδεινώνουν τα επίπεδα των τριγλυκεριδίων είναι το αυξημένο ζωικό (κορεσμένο) λίπος της διατροφής (βούτυρο φρέσκο, κρέμα γάλακτος, μαγιονέζα, λαρδί, ορατό λίπος από χοιρινό/μοσχάρι, δέρμα πουλερικών, γλυκά και έτοιμα προϊόντα ζαχαροπλαστικής του εμπορίου, ολόπαχα γαλακτοκομικά προϊόντα), η αυξημένη κατανάλωση απλών υδατανθράκων (ζάχαρη, μέλι, κ.ά.) και των τροφίμων που τους περιέχουν, η συστηματική και αυξημένη κατανάλωση αλκοόλ και το αυξημένο σωματικό βάρος και ιδιαίτερα το κοιλιακό λίπος.
Συνεπώς η αποφυγή των τροφίμων που περιέχουν ζωικό λίπος και απλούς υδατάνθρακες, η αποχή από το αλκοόλ, η σταδιακή μείωση του σωματικού βάρους, καθώς και η εβδομαδιαία κατανάλωση ψαριών και η καθημερινή πρόσληψη φρούτων, λαχανικών και προϊόντων ολικής άλεσης θα βελτιώσουν τα επίπεδα των τριγλυκεριδίων, ενώ η συστηματική σωματική άσκηση είναι σημαντική και για τη μείωση των τριγλυκεριδίων και την αύξηση της HDL.
Τέλος, στην περίπτωση που ο λύκος προσβάλλει τα νεφρά, η διατροφή πρέπει να προσαρμοστεί κατάλληλα κυρίως μέσω μείωσης του άλατος και της πρωτεΐνης της δίαιτας.
Το διαιτολόγιο αυτό πρέπει ιδανικά να συνταχθεί από κάποιον έμπειρο διαιτολόγο γιατί τουλάχιστον για την πρωτεϊνική πρόσληψη πρέπει να εξασφαλιστεί η ιδανική ποσότητα που δεν θα επιβαρύνει τη νεφρική λειτουργία, αλλά και που δεν θα προκαλέσει και άλλα προβλήματα στον οργανισμό, όπως καταβολισμό των μυών.

Πηγή : ΤΑ ΝΕΑ Weekend

Facebooktwitterpinterest

Στείλτε τις απορίες σας

Στείλτε τις απορίες σας στο Γιατρό - Συγγραφέα του παραπάνω άρθρου
  • This field is for validation purposes and should be left unchanged.