Τι είναι η λευχαιμία

Facebooktwitterpinterest

Η λευχαιμία είναι ένα είδος καρκίνου. Ο καρκίνος είναι μια ομάδα περισσότερων από 100 ασθενειών, που έχουν δύο σημαντικά κοινά σημεία. Το πρώτο είναι ότι ορισμένα κύτταρα στο ανθρώπινο σώμα γίνονται παθολογικά. Το δεύτερο είναι ότι το ανθρώπινο σώμα συνεχίζει να παράγει μεγάλους αριθμούς παθολογικών κυττάρων. Η λευχαιμία είναι καρκίνος των κυττάρων του αίματος. Για να κατανοήσουμε τη λευχαιμία πρέπει να μάθουμε για τα φυσιολογικά κύτταρα του αίματος και τι συμβαίνει σ’ αυτά, όταν αναπτύσσεται η ασθένεια.

 

Τα φυσιολογικά κύτταρα του αίματος

Το αίμα αποτελείται από υγρό, που ονομάζεται πλάσμα, και από τρία είδη κυττάρων. Κάθε είδος έχει συγκεκριμένες λειτουργίες.

 

  • Τα λευκά αιμοσφαίρια (ονομάζονται και λευκοκύτταρα ή βοηθούν τον οργανισμό να καταπολεμά τις λοιμώξεις και άλλες ασθένειες.
  • Τα ερυθρά αιμοσφαίρια (ονομάζονται και ερυθροκύτταρα ή ΚΒΟ) μεταφέρουν το οξυγόνο από τους πνεύμονες στους ιστούς του σώματος και το διοξείδιο του άνθρακα από τους ιστούς στους πνεύμονες. Το αίμα οφείλει το χρώμα του στα ερυθρά αιμοσφαίρια.
  • Τα αιμοπετάλια (ονομάζονται και θρομβοκύτταρα ) βοηθούν στο σχηματισμό των θρόμβων και ελέγχουν τις αιμορραγίες.

 

Τα κύτταρα του αίματος παράγονται στο μυελό των οστών, το μαλακό σπογγώδες κέντρο, δηλαδή, των οστών. Τα νεαρά (ανώριμα) κύτταρα του αίματος ονομάζονται βλάστες. Ορισμένοι βλάστες παραμένουν στο μυελό των οστών για να ωριμάσουν και άλλοι ταξιδεύουν σε διαφορετικά μέρη του σώματος για να ωριμάσουν. Φυσιολογικά τα κύτταρα του αίματος παράγονται με τρόπο ελεγχόμενο, όπως τα χρειάζεται ο οργανισμός. Αυτή η διαδικασία μας βοηθά να είμαστε υγιείς.

 

Τα λευχαιμικά κύτταρα

 

Όταν αναπτύσεται η λευχαιμία, το σώμα παράγει μεγάλους αριθμούς μη φυσιολογικών αιμοκυττάρων. Στους περισσότερους τύπους λευχαιμίας τα κύτταρα αυτά είναι τα λευκά αιμοσφαίρια. Τα λευχαιμικά κύτταρα συνήθως φαίνονται διαφορετικά από τα φυσιολογικά αιμοκύτταρα και δε λειτουργούν φυσιολογικά.

 

Τύποι της λευχαιμίας

 

Υπάρχουν διάφοροι τύποι λευχαιμίας, που ομαδοποιούνται με δύο τρόπους. Ο πρώτος είναι με βάση την ταχύτητα ανάπτυξης και επιδείνωσης της ασθένειας. Ο δεύτερος είναι με βάση τον τύπο των κυττάρων του αίματος που επηρεάζεται. Η λευχαιμία είναι ή οξεία ή χρόνια. Στην οξεία λευχαιμία τα παθολογικά κύτταρα του αίματος είναι βλάστες, που παραμένουν πολύ ανώριμοι και δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τη φυσιολογική τους λειτουργία. Ο αριθμός των βλαστών αυξάνεται ταχύτατα και η ασθένεια επιδεινώνεται γρήγορα. Στη χρόνια λευχαιμία, υπάρχουν ορισμένοι βλάστες αλλά γενικά είναι πιο ώριμοι και μπορούν να φέρουν σε πέρας ορισμένες από τις φυσιολογικές λειτουργίες. Επίσης, ο αριθμός των βλαστών αυξάνεται πιο αργά απ’ ότι στην οξεία λευχαιμία. Ως αποτέλεσμα, η χρόνια λευχαιμία επιδεινώνεται σταδιακά. Η λευχαιμία μπορεί να προέλθει και από τους δύο βασικούς τύπους λευκών αιμοσφαιρίων: τα λεμφοκύτταρα ή τα μυελοειδή κύτταρα. Αναλόγως ποιον από τους δύο τύπους λευκών αιμοσφαιρίων επηρεάζει, η λευχαιμία χωρίζεται σε λεμφοκυτταρική ή μυελοειδή λευχαιμία. Αυτοί είναι οι πιο συνηθισμένοι τύποι λευχαιμίας:

 

  • Οξεία λεμφοκυτταρική λευχαιμία (ΟΛΑ): είναι ο πιο συνηθισμένος τύπος λευχαιμίας στα μικρά παιδιά. Αυτή η ασθένεια παρατηρείται επίσης και σε ενήλικες, κυρίως άνω των 65 ετών.
  • Οξεία μυελοειδής λευχαιμία (ΟΜΛ): Παρατηρείται και σε ενήλικες και σε παιδιά. Αυτός ο τύπος λευχαιμίας ονομάζεται και οξεία μη-λεμφοκυτταρική λευχαιμία
  • .

  • Χρόνια λεμφοκυτταρική λευχαιμία (ΧΛΛ): συχνότερα παρατηρείται σε ενήλικες, άνω των 55 ετών. Μερικές φορές παρατηρείται και σε νεότερους ενήλικες, αλλά σχεδόν ποτέ σε παιδιά.
  • Χρόνια μυελοειδής λευχαιμία (ΧΜΛ): παρατηρείται κυρίως σε ενήλικες. Ένας πολύ μικρός αριθμός παιδιών μπορεί να αναπτύξει την ασθένεια.
  • Λευχαιμία από τριχωτά κύτταρα: είναι ένας σπάνιος τύπος χρόνιας λευχαιμίας. Αυτός και ορισμένοι άλλοι σπάνιοι τύποι λευχαιμίας δε θα συζητηθούν στο φυλλάδιο αυτό.

 

Συμπτώματα

 

Τα λευχαιμικά κύτταρα είναι παθολογικά κύτταρα, που δεν μπορούν να κάνουν ό,τι τα φυσιολογικά κύτταρα του αίματος και δεν μπορούν να βοηθήσουν το σώμα να καταπολεμήσει τις λοιμώξεις. Γι’ αυτό το λόγο οι άνθρωποι με λευχαιμία συχνά προσβάλλονται από λοιμώξεις και παρουσιάζουν πυρετό. Επίσης, τα άτομα με λευχαιμία έχουν ελαττωμένο αριθμό ερυθρών κυττάρων και αιμοπεταλίων. Ως αποτέλεσμα, δεν υπάρχουν αρκετά ερυθρά αιμοσφαίρια για να μεταφέρουν το οξυγόνο στους ιστούς. Οι ασθενείς με αυτή την κατάσταση, που ονομάζεται αναιμία, συχνά φαίνονται χλωμοί και νιώθουν αδύναμοι και κουρασμένοι. Όταν δεν υπάρχουν αρκετά αιμοπετάλια, οι ασθενείς παρουσιάζουν αιμορραγίες και εκχυμώσεις πολΰ ευκολότερα. Όπως όλα τα κύτταρα του αίματος, τα λευχαιμικά κύτταρα ταξιδεύουν μέσα στο σώμα. Ανάλογα με τον αριθμό των παθολογικών κυττάρων και το πού συγκεντρώνονται αυτά, οι ασθενείς με λευχαιμία πιθανώς να παρουσιάζουν διάφορα συμπτώματα. Στην οξεία λευχαιμία, τα συμπτώματα εμφανίζονται και επιδεινώνονται γρήγορα. Τα άτομα με αυτή τη νόσο επισκέπτονται το γιατρό τους, γιατί αισθάνονται άρρωστα. Στη χρόνια λευχαιμία τα συμπτώματα μπορεί να απουσιάζουν για αρκετό χρόνο. Όταν εμφανιστούν τα συμπτώματα, γενικώς είναι ήπια στην αρχή και επιδεινώνονται σταδιακά. Συχνά οι γιατροί ανακαλύπτουν τη χρόνια λευχαιμία ως τυχαίο εύρημα στα πλαίσια ενός τακτικού ελέγχου – προηγουμένως δεν υπάρχουν καθόλου συμπτώματα. Μερικά από τα συχνά συμπτώματα της λευχαιμίας είναι:

 

  • Πυρετός, φρικιά (ανατριχίλες), και άλλα συμπτώματα γρίπης
  • Αδυναμία και εξάντληση
  • Συχνές λοιμώξεις
  • Απώλεια όρεξης και/ή βάρους
  • Διογκωμένοι λεμφαδένες, ήπαρ ή σπλήνας
  • Εύκολες αιμορραγίες ή εκχυμώσεις
  • Μικρά κόκκινα σημάδια (ονομάζονται πετέχειες) κάτω από το δέρμα.
  • Ο

  • ύλα διογκωμένα ή αιμορραγικά
  • Εφίδρωση τη νύχτα
  • Πόνοι στα οστά και στις αρθρώσεις.

 

Στην οξεία λευχαιμία, τα παθολογικά κύτταρα μπορεί να συγκεντρωθούν στον εγκέφαλο ή στο νωτιαίο μυελό (που ως σύνολο ονομάζονται κεντρικό νευρικό σύστημα Κ.Ν.Σ.). Το αποτέλεσμα μπορεί να είναι κεφαλαλγία (πονοκέφαλος), έμετος, θόλωση, απώλεια του ελέγχου των μυών και επιληπτικές κρίσεις. Τα λευχαιμικά κύτταρα μπορούν να συγκεντρωθούν στους όρχεις και να προκαλέσουν διόγκωση.

 

Ορισμένοι ασθενείς παρουσιάζουν έλκη στα μάτια ή στο δέρμα. Η λευχαιμία μπορεί επίσης να επηρεάζει το γαστρεντερικό σωλήνα, τους νεφρούς, τους πνεύμονες ή άλλα μέρη του σώματος. Στη χρόνια λευχαιμία, τα παθολογικά κύτταρα μπορούν σταδιακά να συγκεντρωθούν σε διάφορα μέρη του σώματος. Η χρόνια λευχαιμία μπορεί να επηρεάσει το δέρμα, το Κ.Ν.Σ., το γαστρεντερικό σωλήνα, τους νεφρούς και τους όρχεις.

 

Διάγνωση

 

Για να ανακαλύψει την αιτία των συμπτωμάτων, ο γιατρός κάνει ερωτήσεις σχετικές με το ιστορικό του ασθενούς και πραγματοποιεί φυσική εξέταση. Εκτός από τον έλεγχο των γενικών σημείων της υγείας, πραγματοποιεί ψηλάφηση για εύρεση πιθανής διόγκωσης του ήπατος, του σπληνός και των λεμφαδένων, που βρίσκονται στη μασχάλη, στους βουβώνες και στον τράχηλο. Στη διάγνωση βοηθούν και οι εξετάσεις αίματος. Δείγμα αίματος εξετάζεται με το μικροσκόπιο για τη διαπίστωση της μορφολογίας των κυττάρων και τον καθορισμό του αριθμού των ώριμων κυττάρων και των βλαστών. Παρότι οι εξετάσεις αίματος μπορεί να αποκαλύψουν ότι ένας ασθενής έχει λευχαιμία, πιθανόν να μη δείξουν τον τύπο της λευχαιμίας. Για να ελέγξουμε για λευχαιμικά κύτταρα ή για να διαγνώσουμε τον τύπο της λευχαιμίας, ένας αιματολόγος, ογκολόγος ή παθολογοανατόμος εξετάζει δείγμα του μυελού των οστών με το μικροσκόπιο. Ο γιατρός λαμβάνει το δείγμα, εισάγοντας μια βελόνα σ’ ένα μεγάλο οστό (συνήθως το ισχιακό) και αφαιρεί μικρή ποσότητα υγρού μυελού των οστών. Η διαδικασία αυτή ονομάζεται αναρρόφηση μυελού των οστών. Η βιοψία μυελού των οστών πραγματοποιείται με μεγαλύτερη βελόνα και αφαιρείται μικρό κομμάτι οστού μαζί με το μυελό των οστών. Αν βρεθούν λευχαιμικά κύτταρα στο δείγμα του μυελού των οστών, ο γιατρός παραγγέλει και άλλες εξετάσεις, προκειμένου να διαπιστωθεί η έκταση της νόσου. Μ’ ένα τρύπημα στην περιοχή της σπονδυλικής στήλης (οσφυονωτιαία παρακέντηση) ελέγχεται για λευχαιμικά κύτταρα το υγρό, που κυκλοφορεί γύρω από τον εγκέφαλο και το νωτιαίο μυελό (εγκεφαλονωτιαίο υγρό). Η απλή ακτινογραφία θώρακος μπορεί να αποκαλύψει σημεία της νόσου στο θώρακα.

 

Θεραπευτική αντιμετώπιση

 

Η θεραπευτική αντιμετώπιση της λευχαιμίας είναι σύνθετη. Εξαρτάται από τον τύπο της λευχαιμίας και δεν είναι ίδια για όλους τους ασθενείς. Ο γιατρός σχεδιάζει τη θεραπευτική αντιμετοοπιση έτσι, ώστε να αρμόζει στις ανάγκες του κάθε ασθενή. Η θεραπευτική αντιμετώπιση εξαρτάται όχι μόνο από τον τύπο της λευχαιμίας, αλλά και από συγκεκριμένα χαρακτηριστικά των λευχαιμικών κυττάρων, από την έκταση της νόσου καθώς και την ύπαρξη ή μη προηγούμενης θεραπείας. Εξαρτάται επίσης από την ηλικία του ασθενή, τη συμπτωματολογία και τη γενική κατάσταση της υγείας του ασθενή. Όποτε είναι δυνατό, οι ασθενείς πρέπει να αντιμετωπίζονται σε ιατρικά κέντρα, που έχουν γιατρούς με εμπειρία στη θεραπευτική προσέγγιση της λευχαιμίας. Αν αυτό δεν είναι δυνατό, ο γιατρός πρέπει να συζητήσει σχετικά με το σχεδιασμό της θεραπευτικής αντιμετώπισης με έναν ειδικό από κάποιο τέτοιο ιατρικό κέντρο. Στην οξεία λευχαιμία η θεραπευτική αντιμετώπιση πρέπει να γίνει αμέσως. Σκοπός της θεραπείας είναι η ύφεση της νόσου. Στη συνέχεια, όταν δεν υπάρχει εμφανής νόσος, η αντιμετώπιση συνεχίζεται για να εμποδίσουμε την υποτροπή. Πολλοί ασθενείς με οξεία λευχαιμία μπορεί να θεραπευτούν. Στους ασθενείς με χρόνια λευχαιμία χωρίς συμπτώματα δεν απαιτείται άμεση θεραπευτική αντιμετώπιση. Επιβάλλεται, όμως, τακτικός ιατρικός έλεγχος, για να διαπιστωθεί αν η νόσος εξελίσσεται. Όταν χρειάζεται θεραπευτική αντιμετώπιση, αυτή συνήθως μπορεί να ελέγξει τη νόσο και τα συμπτώματα αυτής. Σπανίως όμως ένας ασθενής με χρόνια λευχαιμία μπορεί να θεραπευτεί. Πολλοί ασθενείς καθώς και οι οικογένειες τους θέλουν να μάθουν όσα περισσότερα μπορούν σχετικά με τη λευχαιμία και τις θεραπευτικές επιλογές, που έχουμε, έτσι ώστε να αναλάβουν ενεργό ρόλο στις αποφάσεις για την ιατρική αντιμετώπιση. Ο γιατρός είναι το πιο κατάλληλο άτομο, για να απαντήσει σ’ αυτές τις ερωτήσεις. Όταν συζητείται η θεραπευτική αντιμετώπιση, ο ασθενής (ή αν αυτός είναι παιδί, η οικογένεια του) θέλει συχνά να μάθει από το γιατρό σχετικά με έρευνες για νέες θεραπευτικές μεθόδους. Τέτοιες έρευνες, που ονομάζονται κλινικές μελέτες, σχεδιάζονται για να βελτιώσουν τη θεραπευτική αντιμετώπιση του καρκίνου. Περισσότερες πληροφορίες για τις κλινικές μελέτες θα δοθούν σε παρακάτω κεφάλαια του φυλλαδίου. Όταν ένα άτομο μάθει ότι έχει λευχαιμία, είναι φυσικό να σοκαριστεί και να αγχωθεί. Κάτω από τέτοια συναισθηματική φόρτιση είναι πιθανό να ξεχνά πολλές από τις ερωτήσεις, που θα ήθελε να κάνει στο γιατρό. Συχνά εξάλλου, πολλοί ασθενείς δυσκολεύονται να θυμηθούν όλες τις πληροφορίες και οδηγίες, που τους δίνει ο γιατρός. Συχνά βοηθά τον ασθενή να έχει ετοιμάσει μια λίστα με ερωτήσεις, που θέλει να κάνει στο γιατρό. Το να κρατά σημειώσεις ή, αν ο γιατρός συμφωνεί, να χρησιμοποιεί ένα μαγνητόφωνο, πιθανόν να τον διευκολύνει να θυμάται όλες τις απαντήσεις. Κάποια άτομα προτιμούν να παρευρίσκεται μαζί τους στη συζήτηση με το γιατρό και κάποιος οικείος τους. Δεν είναι ανάγκη να γίνουν ή να απαντηθούν όλες οι ερωτήσεις σε μια συζήτηση. Ο ασθενής θα έχει κι άλλες ευκαιρίες να συζητήσει με το γιατρό του και να ζητήσει κάποιες διευκρινήσεις.

Βιβλιογραφία
Τι πρέπει να γνωρίζεις για τη Λευκαιμία, Γιώργος Δ. Ηλιάδης, Σύλλογος Καρκινοπαθών Μακεδονίας – Θράκης, Θεσσαλονίκη 1999

http://health.veria.gr/

Facebooktwitterpinterest

Στείλτε τις απορίες σας

Στείλτε τις απορίες σας στο Γιατρό - Συγγραφέα του παραπάνω άρθρου
  • This field is for validation purposes and should be left unchanged.