ΛΙΠΟΚΥΤΤΑΡΑ.

Facebooktwitterpinterest

Η ΦΥΣΙΚΗ ΕΠΙΛΟΓΗ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΗΣ ΣΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ;
Τα λιποκύτταρα είναι κύτταρα που εξειδικεύονται στην αποθήκευση ενέργειας υπό τη μορφή λίπους (κάθε γραμμάριο λίπους αντιστοιχεί σε 9 Kcal). Εντούτοις ο λιπώδης ιστός (το σύνολο των λιποκυττάρων του οργανισμού) δεν αποτελεί μια αδρανή αποθήκη λίπους αλλά συμμετέχει με πολλές δράσεις στη λειτουργία του οργανισμού.

Διακρίνεται σε δυο μείζονα διαμερίσματα, το υποδόριο και το σπλαχνικό. Τα δυο αυτά διαμερίσματα αποτελούν σχεδόν το 90% του ολικού λίπους (~80% το υποδόριο και ~10% το σπλαγχνικό). Το υποδόριο και το σπλαχνικό λίπος έχουν διαφορετική κατανομή και μεταβολισμό (λιπόλυση/αποθήκευση): το σπλαχνικό λίπος έχει μεγαλύτερο αριθμό λιποκυττάρων και πυκνότερο τριχοειδικό και νευρικό δίκτυο, με λιγότερους υποδοχείς ινσουλίνης συγκριτικά με το υποδόριο λίπος.

Υπάρχουν δύο είδη λιπώδους ιστού ο λευκός και φαιός. Ο πρώτος είναι είτε υποδόριος είτε ενδοκοιλιακός (ο ενδοκοιλιακός λιπώδης ιστός σχετίζεται με μείωση λόγου HDL/LDL, αύξηση κινδύνου για στεφανιαία νόσο & μη ινσουλινεξαρτώμενο σακχαρώδη διαβήτη). Ο δεύτερος βρίσκεται σε μικρή ποσότητα στον άνθρωπο με εντόπιση στο μεσοθωράκιο & το άνω τμήμα της ράχης, χρησιμεύει στη θερμορύθμιση των νεογέννητων ανθρώπων αλλά είναι άφθονος και απαραίτητος για τη θερμομόνωση των θηλαστικών που περιπίπτουν σε χειμερία νάρκη.
Ο λιπώδης ιστός εντοπίζεται κυρίως κάτω από το δέρμα (υποδόρια), αλλά βρίσκεται επίσης να περιβάλλει εσωτερικά όργανα . H κύρια λειτουργία του είναι η αποθήκευση ενέργειας με τη μορφή λίπους. Δευτερεύοντες ρόλοι είναι η απόσβεση των κραδασμών (που μπορεί να δεχτεί το σώμα) και η θερμομόνωση του σώματος.
Σχετικά πρόσφατα αποκαλύφθηκε ότι ο λιπώδης ιστός έχει και σημαντική ενδοκρινή δράση, καθώς έχει την ικανότητα να παράγει ορμόνες όπως η λεπτίνη (leptin), η ρεζιστίνη (resistin) και ο παράγοντας TNF-α.

«ΑΠΟΚΗΘΕΥΤΙΚΕΣ» ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΛΙΠΟΚΥΤΤΑΡΟΥ
Ο κύριος ρόλος του λιποκυττάρου είναι η αποθήκευση ενέργειας. Τα λιποκύτταρα ρυθμίζουν τα επίπεδα των τριγλυκεριδίων και των λιπαρών οξέων στο αίμα εντός ενός ορισμένου εύρους τιμών και καθορίζουν την αντίσταση στην ινσουλίνη. Η γλυκόζη και τα λιπίδια (ή χυλομικρά) τα οποία προσλαμβάνονται με την τροφή μεταφέρονται εδώ. Ακολουθεί διάσπασή τους σε λιπαρά οξέα και αποθήκευσή τους με τη μορφή τριγλυκεριδίων. Πρόκειται για τη λιπογένεση. Όσο περισσότερο τρώμε, τόσο περισσότερο λίπος αποθηκεύεται στα κύτταρα αυτά τα οποία μπορούν έτσι να αυξήσουν τον όγκο τους ως πενήντα φορές! Κατά τη διάρκεια της νύχτας ή σε περιόδους δίαιτας, το περιεχόμενο των κυττάρων του λιπώδους ιστού αδειάζει στην αιματική κυκλοφορία προκειμένου να χρησιμοποιηθεί σαν πηγή ενέργειας. Μιλάμε τότε για τη λιπόλυση.
ΟΡΜΟΝΙΚΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΟΥ ΛΙΠΟΚΥΤΤΑΡΟΥ
Η καθιέρωση του λιπώδους ιστού ως ενδοκρινή αδένα έγινε το 1994 με την ανακάλυψη της λεπτίνης. Τα τελευταία χρόνια πλήθος μελετών έχουν πλέον αποδείξει ότι ο λιπώδης ιστός είναι η έδρα σημαντικών μεταβολικών διεργασιών, εμφανίζει ενδοκρινική έκκριση, μεταβολίζει ορμόνες και τροποποιεί την έκκριση άλλων ενδοκρινών αδένων. Εκκρίνει ποικίλα βιοδραστικά πεπτίδια, γνωστά ως λιποκίνες, ενώ είναι και ο κυριότερος ιστός μεταβολισμού των στεροειδών του φύλου. Τα λιποκύτταρα παράγουν ορμόνες (πχ λεπτίνη αδιπονεκτίνη κλπ) και άλλους παράγοντες ή επηρεάζουν τη δράση ορμονών (πχ ινσουλίνη). Το κοιλιακό λίπος ιδιαίτερα έχει ένα διαφορετικό μεταβολικό προφίλ έχοντας την τάση να προκαλεί αντίσταση στην ινσουλίνη. Αποτελεί δείκτη ανοχής στη γλυκόζη και ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου εκδήλωσης καρδιαγγειακών παθήσεων. Η έκκριση του λιπώδους ιστού ρυθμίζεται μέσω ορμονικών, αυτοκρινικών και νευρικών σημάτων όπως γίνεται σε έναν κλασικό ενδοκρινή αδένα.

Η θεωρία των “Thrifty genes” (γονιδίων αποθησαύρισης σε ελεύθερη μετάφραση)
Για να αιτιολογήσουμε τον τίτλο του άρθρου μας πρέπει να αναφερθούμε σε μια θεωρία του γενετιστή James V. Neel, ο οποίος στηρίχτηκε στην προέλευση του σύγχρονου ανθρώπου από προγόνους που έτρωγαν μετά από έντονη σωματική προσπάθεια, όποτε εύρισκαν διαθέσιμη τροφή. Από αυτούς τους πρωτόγονους ανθρώπους οι πλέον ικανοί προς επιβίωση ήταν εκείνοι που είχαν γονίδια με οδηγίες προς φύλαξη της ενέργειας υπό τη μορφή λίπους. Σύμφωνα με την υπόθεση, ο γονότυπος θα ήταν επωφελής για ομάδες κυνηγών-τροφοσυλλεκτών, ιδιαίτερα των γυναικών που έφεραν παιδιά, διότι θα τους επέτρεπε να παχύνουν πιο γρήγορα σε περιόδους αφθονίας. Παχύτερα άτομα θα επιβίωναν καλύτερα έτσι σε μια εποχή έλλειψης τροφίμων. Ωστόσο, στις σύγχρονες κοινωνίες με σταθερή αφθονία τροφίμων, η παρούσα γονοτυπική ταυτότητα προετοιμάζει αποτελεσματικά τα άτομα για μια πείνα που δεν έρχεται ποτέ. Την προϊστορική εκείνη εποχή λοιπόν όσο πιο πολύ λίπος μπορούσε να αποθηκεύσει ένας οργανισμός όταν εύρισκε τροφή, τόσο πιο πολλές πιθανότητες είχε να επιβιώσει. Στη σύγχρονη εποχή με την άπλετη προσφορά τροφής και τη σχεδόν μηδαμινή κατανάλωση ενέργειας με φυσική δραστηριότητα, ο άνθρωπος που έχει τα γονίδια αυτά γίνεται πλέον παχύσαρκος και η επιβίωσή του μικραίνει αντί να μεγαλώνει!!!
Η θεωρία αυτή, αν και ελκυστική, έχει δεχθεί μεγάλη κριτική δεν έχει αποδειχθεί η ορθότητά της αλλά ίσως μας δείχνει με έναν εύγλωττο τρόπο πόσο διαφορετικός είναι ο σύγχρονος τρόπος ζωής από τις προγονικές ανάγκες που οδήγησαν στην εξέλιξη τους κυτταρικούς μηχανισμούς με τους οποίους προικίστηκε προκειμένου να επιβιώσει ο ανθρώπινος οργανισμός. Η προσαρμογή για το λόγο αυτό δεν μπορεί να είναι φυσική αλλά κοινωνικο-πνευματική ή με πιο απλά λόγια αφού δεν μπορούμε να αλλάξουμε τα γονίδιά μας για να αυξήσουμε το μεταβολισμό μας, ας αλλάξουμε τον τρόπο που αντιμετωπίζουμε την τροφή ως απόλαυση και ας την περιορίσουμε πιο συνειδητά στις σύγχρονες χαμηλές ανάγκες μας.

Facebooktwitterpinterest

Στείλτε τις απορίες σας

Στείλτε τις απορίες σας στο Γιατρό - Συγγραφέα του παραπάνω άρθρου
  • This field is for validation purposes and should be left unchanged.