ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΕΣ ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΥΡΕΟΕΙΔΩΝ ΑΔΕΝΩΝ

Facebooktwitterpinterest

Παραθυρεοειδείς αδένες:

Είναι μικροί αδένες μεγέθους φακής που βρίσκονται συνήθως σε μικρή απόσταση από το θυρεοειδή αδένα. Το 85% των ανθρώπων έχει 4 αδένες, ενώ το υπόλοιπο 15% περισσότερους.

Οι αδένες αυτοί είναι υπεύθυνοι για την παραγωγή της παραθορμόνης, μιας ουσίας που παίζει ρόλο στη ρύθμιση των επιπέδων ασβεστίου και φωσφόρου στο σώμα μας.

Α. ΥΠΕΡΠΑΡΑΘΥΡΕΟΕΙΔΙΣΜΟΣ

Περιγραφή:
Υπερπαραθυρεοειδισμός είναι η πάθηση, κατά την οποία παράγεται στο σώμα μας παραθορμόνη σε ποσότητα περισσότερη από το φυσιολογικό. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση των επιπέδων ασβεστίου και τη μείωση των επιπέδων φωσφόρου, αλλαγές που οδηγούν σε πολλά προβλήματα υγείας στους μυς, τους νεφρούς, τα οστά, τα δόντια, το νευρικό σύστημα, κ.α.

Αιτίες:
Όπως ακριβώς ένας θερμοστάτης ρυθμίζει τη θερμοκρασία ενός δωματίου, έτσι και
οι παραθυρεοειδείς καθορίζουν τα σωστά επίπεδα ασβεστίου με το να επιτρέπουν ή να αναστέλλουν την έκκριση παραθορμόνης. Η ισορροπία αυτή λειτουργεί συνήθως ομαλά, δηλαδή εάν το ασβέστιο μειωθεί, εκκρίνεται παραθορμόνη, η οποία απελευθερώνει ασβέστιο από τα οστά και αυξάνει την απορρόφησή του από το λεπτό έντερο. Εάν τα επίπεδα ασβεστίου είναι ψηλά, μειώνεται η παραγωγή της παραθορμόνης με τα αντίθετα αποτελέσματα.

Τύποι:
Υπάρχουν τρεις τύποι υπερπαραθυρεοειδισμού: ο πρωτοπαθής, ο δευτεροπαθής, και ο τριτοπαθής.

Ο πρωτοπαθής οφείλεται πιο συχνά σε ένα καλοήθες αδένωμα, ενώ πιο σπάνια σε αύξηση μεγέθους των παραθυρεοειδών αδένων (υπερπλασία). Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις οφείλεται σε καρκίνο σε κάποιον από τους αυτούς τους αδένες, καταστάσεις κατά τις οποίες έχουμε αυξημένη παραγωγή παραθορμόνης.

Ο καρκίνος των παραθυρεοειδών είναι μία πολύ σπάνια κατάσταση και αφορά λιγότερο του 1% των ασθενών που έχουν πρωτοπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό και λιγότερο του 0.005% όλων των καρκίνων:
– Υπάρχει γενετική προδιάθεση σε ένα 15-20% των ασθενών.
– Συνοδεύεται από σοβαρή υπερασβεστιαιμία και πολύ υψηλές τιμές παραθορμόνης (τριπλάσια τιμή).
– Πλήρης χειρουργική αφαίρεση του όγκου αποτελεί τη θεραπεία.
– Σε προχωρημένη νόσο χημειοθεραπεία και ακτινοθεραπεία μπορεί να εφαρμοστούν επικουρικά του χειρουργείου.

Ο δευτεροπαθής είναι πιο σπάνιος και η αυξημένη παραγωγή παραθορμόνης οφείλεται σε κάποιο άλλο πρόβλημα υγείας, όπως νεφρική ανεπάρκεια και προβλήματα δυσαπορρόφησης που μπορεί να οδηγήσουν σε ανεπάρκεια της βιταμίνης D.

Ο τριτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός είναι σπάνιος. Εμφανίζεται σε κάποιους ασθενείς με δευτεροπαθή υπεπαραθυρεοειδισμό, οι οποίοι μπορεί μετά από χρόνια να αναπτύξουν αυτόνομους στη λειτουργία τους υπερπλαστικούς αδένες, δηλαδή αδένες που δεν υπακούουν στο φυσιολογικό μηχανισμό ρύθμισης και υπερλειτουργούν ανεξάρτητα της τιμής του ασβεστίου.

Συμπτώματα:
Οι περισσότεροι ασθενείς δεν παρουσιάζουν εμφανή συμπτώματα. Κάποιοι μπορεί να παραπονεθούν για αδυναμία, κόπωση και ακαθόριστο πόνο.
Με το χρόνο μπορεί να αναπτυχθούν τα ακόλουθα: νεφρολιθίαση, κοιλιακό άλγος, δίψα, απώλεια όρεξης, ναυτία, εμετοί, οστεοπόρωση, κατάγματα οστών, διαταραχές μνήμης, σύγχυση και μυϊκή αδυναμία.

Παράγοντες κινδύνου:
Οι γυναίκες έχουν διπλάσιο κίνδυνο από τους άνδρες και η πιθανότητα αυξάνει με την ηλικία. Ανεπάρκεια βιταμίνης D καθώς και γενετικά σύνδρομα σχετίζονται επίσης με την εμφάνιση υπερπαραθυροειδισμού.

Διάγνωση:
Η διάγνωση και ο έλεγχος του υπερπαραθυρεοειδισμού περιλαμβάνει τα ακόλουθα:
• Αιματολογικός έλεγχος για ασβέστιο και παραθορμόνη
• Ακτινολογικός έλεγχος, όπως ακτινογραφία νεφρών, ουρητήρων, κύστης για τον έλεγχο νεφρολιθίασης
• Μέτρηση οστικής πυκνότητας
Η εντόπιση παθολογικών παραθυρεοειδών αδένων γίνεται με:
• Υπερηχογράφημα
• Σπινθηρογράφημα με sestamibi (ο ασθενής λαμβάνει μια πολύ μικρή ποσότητα μιας ραδιενεργούς ουσίας, η οποία απορροφάται μόνο από τον υπερλειτουργούντα παραθυρεοειδή αδένα και μας βοηθά στον εντοπισμό του)

Προβλήματα υγείας που σχετίζονται με τον υπερπαραθυρεοειδισμό:
Η αυξημένη ποσότητα παραθορμόνης που κυκλοφορεί στο σώμα μας μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρά προβλήματα υγείας, όπως:
• Οστεοπόρωση: όσο πιο πολύ παραθορμόνη παράγεται τόσο περισσότερο ασβέστιο χάνουν τα οστά, με αποτέλεσμα να γίνονται αδύναμα, εύθραυστα, με αυξημένη πιθανότητα καταγμάτων.
• Νεφρολιθίαση: ο οργανισμός προσπαθεί αποβάλει το επιπλέον ασβέστιο με τα ούρα με αποτέλεσμα να αυξάνεται ο κίνδυνος για δημιουργία νεφρολιθίασης.
• Πεπτικό έλκος: τα υψηλά επίπεδα ασβεστίου διεγείρουν την έκκριση υδροχλωρικού οξέος.
• Αρτηριακή υπέρταση: αυξημένος κίνδυνος για αρτηριακή υπέρταση και καρδιακή ανεπάρκεια πιθανόν λόγω αγγειοσύσπασης και βλάβης των νεφρών.
• Ψυχολογικές διαταραχές: κατάθλιψη, αλλαγή συμπεριφοράς, συναισθηματική αστάθεια κ.α.

Αντιμετώπιση
Η αντιμετώπιση εξαρτάται από τον τύπο και την κάθε περίπτωση και μπορεί να είναι από απλή παρακολούθηση μέχρι χειρουργική επέμβαση.

Πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός: Η χειρουργική αντιμετώπιση είναι η μέθοδος εκλογής. Στις περιπτώσεις που πρόκειται για ένα αδένωμα αφαιρείται ο συγκεκριμένος παραθυρεοειδής αδένας. Εάν πρόκειται για υπερπλασία και των 4 αδένων ο χειρουργός αφαιρεί τους 3 και μέρος του 4ου.

Δευτεροπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός: Η θεραπεία μπορεί να είναι συντηρητική με χορήγηση βιταμίνης D και ασβεστίου, ουσιών που μιμούνται δηλαδή το ασβέστιο, αποφυγή φωσφόρου, αιμοκάθαρση και σε κάποιους χειρουργική (αφαίρεση των τρεισήμισι αδένων). Επίσης, κάποιοι ασθενείς μετά από επιτυχή μεταμόσχευση νεφρού φαίνεται να ομαλοποιούν τις τιμές ασβεστίου.

Τριτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός: Αρχικά ακολουθείται συντηρητική αγωγή με σκευάσματα ασβεστίου και βιταμίνης D. Σε ορισμένες περιπτώσεις και με συγκεκριμένες ενδείξεις ακολουθείται χειρουργική αντιμετώπιση.

Χειρουργική αντιμετώπιση
Οι χειρουργικές τεχνικές που αφορούν στην αντιμετώπιση των παθήσεων των παραθυρεοειδών διακρίνονται στην κλασσική, την ελάχιστα επεμβατική, τη ρομποτικά υποβοηθούμενη, την ενδοσκοπική, και την video-assisted (υποβοηθούμενη με βίντεο).

– Ελάχιστα επεμβατική: Η τομή είναι πολύ μικρή κάτω των 3 εκ. στο ύψος του πάσχοντος παραθυρεοειδούς. Εφαρμόζεται σε νόσο του ενός παραθυρεοειδούς το οποίο προεγχειρητικά έχει εντοπιστεί. Το χειρουργικό τραύμα είναι πολύ μικρό, με αποτέλεσμα να είναι ελάχιστος ο μετεγχειρητικός πόνος, πολύ καλό το αισθητικό αποτέλεσμα και ταχεία η ανάρρωση.

– Κλασσική: Με μια λίγο μεγαλύτερη τομή στο μπροστινό μέρος του λαιμού προσπελάται η περιοχή του θυρεοειδούς και των παραθυρεοειδών. Υπάρχει δυνατότητα να ελεγχθούν και οι 4 αδένες και να αντιμετωπιστούν χειρουργικά οι παθήσεις αυτών. Η τομή είναι λίγο μεγαλύτερη από την προηγούμενη τεχνική αλλά η ανάρρωση είναι εξίσου ταχεία και ο μετεγχειρητικός πόνος είναι ελάχιστος.

– Οι ενδοσκοπικές τεχνικές, η ρομποτική καθώς και η video-assisted τεχνική προσφέρουν μια ασφαλή εναλλακτική μέθοδο που στοχεύει σε ένα πολύ καλό αισθητικό αποτέλεσμα. Για παράδειγμα, η video-assisted μικραίνει την τομή, ενώ η ρομποτική μεταφέρει την τομή σε σημείο λιγότερο εμφανές (π.χ. μασχάλη).

Ιδιαίτερα η ρομποτική μέθοδος δια της μασχάλης αποτελεί την πιο σύγχρονη αλλά και ρεαλιστικά εφαρμόσιμη τεχνική. Πλεονεκτήματά της είναι η πλήρης απουσία ουλής στο λαιμό (η τομή γίνεται στη μασχάλη) η καλύτερη οπτική και αναγνώριση των παραθυρεοειδών αδένων και των παλίνδρομων λαρυγγικών νεύρων, καθώς και η δυνατότητα χειρουργικών κινήσεων ακριβείας.

Όπως κάθε επέμβαση, έτσι και η χειρουργική του θυρεοειδούς και των παραθυρεοειδών, είναι σημαντικό να πραγματοποιείται από έναν έμπειρο και εξειδικευμένο σε αυτές τις παθήσεις χειρουργό. Οι κίνδυνοι μπορεί να είναι τραυματισμός των παλίνδρομων λαρυγγικών νεύρων και διαταραχές που σχετίζονται με τα χαμηλά επίπεδα ασβεστίου.

Συντηρητική αγωγή – Πρόληψη
Στην περίπτωση που συσταθεί από τον ειδικό θεράποντα ιατρό συντηρητική αντιμετώπιση και παρακολούθηση, ανάμεσα στις καθημερινές πράξεις και συνήθειες που μπορούν να βοηθήσουν είναι άφθονα υγρά, φυσική άσκηση, λήψη βιταμίνης D και η διακοπή καπνίσματος.

Β. ΆΛΛΕΣ ΠΑΘΗΣΕΙΣ

Άλλες παθήσεις των παραθυρεοειδών αδένων που δεν χρήζουν χειρουργικής αντιμετώπισης είναι οι παρακάτω:

– Υποπαραθυρεοειδισμός
Ο υποπαραθυρεοειδισμός είναι η παθολογική κατάσταση κατά την οποία εκκρίνεται παθολογικά χαμηλή ποσότητα παραθορμόνης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα χαμηλά επίπεδα ασβεστίου στο αίμα και στα οστά, και αυξημένα επίπεδα φωσφόρου.
Είναι συνήθως χρόνια κατάσταση και η θεραπεία βασίζεται στη μακροχρόνια λήψη σκευασμάτων που ομαλοποιούν τις τιμές ασβεστίου και φωσφόρου.

Τα αίτια της πάθησης αυτής μπορεί να είναι γενετικά, τραυματισμός ή αφαίρεση των παραθυρεοειδών αδένων σε χειρουργικές επεμβάσεις, αντισώματα που παράγονται από τον ίδιο τον οργανισμό (αυτοάνοσος), καθώς και ακτινοβολίες στην περιοχή ή χρήση ραδιενεργού ιωδίου.

Ανάμεσα στα πιο συνήθη συμπτώματα είναι μουδιάσματα, κράμπες μυών, σπασμοί, αδυναμία, κόπωση, λήθαργος, συχνοουρία, άγχος, κατάθλιψη και ψύχωση. Τα ενοχλήματα συνήθως είναι ήπια, ενώ σπανίως έχουμε πιο σοβαρές και επείγουσες καταστάσεις με δυσκολία στην αναπνοή.

Κάποια από τα προβλήματα υγείας που σχετίζονται με τον υποπαραθυρεοειδισμό, όπως η τετανία, διαταραχές των δοντιών, οστεοπόρωση, αρρυθμίες και απώλεια συνείδησης, σχετίζονται με το χαμηλό ασβέστιο και βελτιώνονται με τη λήψη ασβεστίου και βιταμίνης D. Άλλα προβλήματα υγείας που δεν βελτιώνονται με τη χορήγηση ασβεστίου και βιταμίνης D είναι η διαταραχή στη σωματική και νοητική ανάπτυξη και ο καταρράκτης.

– Ψευδουποπαραθυρεοειδισμός
Είναι γενετικά μεταβιβαζόμενη πάθηση κατά την οποία δεν υπάρχει ανταπόκριση στη δράση της παραθορμόνης, η οποία μάλιστα βρίσκεται σε αυξημένα επίπεδα. Οι ασθενείς αυτοί φαίνεται να ελέγχονται με μικρότερες δόσεις βιταμίνης D.

– Ψευδοπαραθυρεοειδισμός
Είναι επίσης γενετικά μεταβιβαζόμενη πάθηση, κατά την οπoία τα επίπεδα ασβεστίου και φωσφόρου είναι συνήθως φυσιολογικά και μειώνονται σε καταστάσεις stress
(π.χ. εγκυμοσύνη).

Facebooktwitterpinterest

Στείλτε τις απορίες σας

Στείλτε τις απορίες σας στο Γιατρό - Συγγραφέα του παραπάνω άρθρου
  • This field is for validation purposes and should be left unchanged.